Anonymous

σιδηρόδετος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ος, ον :<br />attaché avec des liens de fer.<br />'''Étymologie:''' [[σίδηρος]], [[δέω]].
|btext=ος, ον :<br />attaché avec des liens de fer.<br />'''Étymologie:''' [[σίδηρος]], [[δέω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''σῐδηρόδετος''': -ον, ὁ διὰ σιδήρου δεδεμένος, πόρπακες Βακχυλ. 13. 6· ἐδέδετο ἐν ξύλῳ σ., ἐπὶ ποδοκάκης, Ἡρόδ. 9. 37. <br />ΙΙ. ἐπὶ προσώπων, σιδηροδέσμιος, ἐν δεσμοῖς ὤν, σ. ἔχειν τινὰ Ἄννα Κομν. 1. 401.
|elnltext=σιδηρόδετος -ον, Dor. σιδᾱρόδετος [σίδηρος, δέω] met ijzer vastgeklonken.
}}
{{elru
|elrutext='''σῐδηρόδετος:''' дор. σῐδᾱρόδετος 2 сбитый или обитый железом ([[ξύλον]] Her.; [[κνῆσμα]] Anth.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''σῐδηρόδετος:''' -ον, αυτός που είναι δεμένος με σίδηρο, [[σιδηροδέσμιος]], [[αλυσοδεμένος]]· <i>ἐν ξύλῳ σιδηροδέτῳ</i>, δηλ. στα [[δεσμά]], σε Ηρόδ.
|lsmtext='''σῐδηρόδετος:''' -ον, αυτός που είναι δεμένος με σίδηρο, [[σιδηροδέσμιος]], [[αλυσοδεμένος]]· <i>ἐν ξύλῳ σιδηροδέτῳ</i>, δηλ. στα [[δεσμά]], σε Ηρόδ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''σῐδηρόδετος:''' дор. σῐδᾱρόδετος 2 сбитый или обитый железом ([[ξύλον]] Her.; [[κνῆσμα]] Anth.).
|lstext='''σῐδηρόδετος''': -ον, ὁ διὰ σιδήρου δεδεμένος, πόρπακες Βακχυλ. 13. 6· ἐδέδετο ἐν ξύλῳ σ., ἐπὶ ποδοκάκης, Ἡρόδ. 9. 37. <br />ΙΙ. ἐπὶ προσώπων, σιδηροδέσμιος, ἐν δεσμοῖς ὤν, σ. ἔχειν τινὰ Ἄννα Κομν. 1. 401.
}}
{{elnl
|elnltext=σιδηρόδετος -ον, Dor. σιδᾱρόδετος [σίδηρος, δέω] met ijzer vastgeklonken.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=σῐδηρό-δετος, ον,<br />[[iron]]-[[bound]], ἐν ξύλῳ σιδηροδέτῳ, i. e. in the [[stocks]], Hdt.
|mdlsjtxt=σῐδηρό-δετος, ον,<br />[[iron]]-[[bound]], ἐν ξύλῳ σιδηροδέτῳ, i. e. in the [[stocks]], Hdt.
}}
}}