3,258,334
edits
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1") |
||
Line 16: | Line 16: | ||
|btext=ῆς (ἡ) :<br />collection, approvisionnement, récolte.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[κομιδή]]. | |btext=ῆς (ἡ) :<br />collection, approvisionnement, récolte.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[κομιδή]]. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{elnl | ||
| | |elnltext=συγκομιδή -ῆς, ἡ, Att. ook ξυγκομιδή [συγκομίζω] het verzamelen, het binnenbrengen:. τῶν ἐκ γῆς καρπῶν van de vruchten van de aarde Plat. Tht. 149e. van personen instroom, toevloed. Thuc. 2.52.1. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''συγκομῐδή:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[сбор]], [[уборка]] (τῶν ἐκ γῆς καρπῶν Plat., Arst.; σίτου Xen., Polyb.);<br /><b class="num">2)</b> [[переселение]], [[наплыв]] (ἐκ τῶν ἀγρῶν ἐς τὸ [[ἄστυ]] Thuc.). | |||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
Line 25: | Line 28: | ||
|lsmtext='''συγκομῐδή:''' ἡ,<br /><b class="num">1.</b> [[μάζεμα]], [[συλλογή]] καρπών, σοδειάς, [[θερισμός]], [[τρύγος]], σε Θουκ., Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> με Παθ. [[σημασία]], το να έχει μαζευτεί, συγκεντρωθεί, συσσωρευθεί [[κάτι]] σε κάποιον [[τόπο]], σε Θουκ. | |lsmtext='''συγκομῐδή:''' ἡ,<br /><b class="num">1.</b> [[μάζεμα]], [[συλλογή]] καρπών, σοδειάς, [[θερισμός]], [[τρύγος]], σε Θουκ., Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> με Παθ. [[σημασία]], το να έχει μαζευτεί, συγκεντρωθεί, συσσωρευθεί [[κάτι]] σε κάποιον [[τόπο]], σε Θουκ. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{ls | ||
| | |lstext='''συγκομῐδή''': ἡ, τὸ συγκομίζειν τοὺς καρποὺς ἐκ τῶν ἀγρῶν εἰς τὰς ἀποθήκας, ἐν καρποῦ ξυγκομιδῇ [[εἶναι]], εἶμαι ἠσχολημένος εἰς τὴν συγκομιδήν, Θουκ. 3. 15· ξ. τῶν ἐκ γῆς καρπῶν Πλάτ. Θεαίτ. 149Ε, κτλ.· τῶν ὡραίων ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 845Ε· σίτου Ξεν. Ἑλλ. 7. 5, 14· ἀπολ., [[θερισμός]], Συλλ. Ἐπιγρ. 355, 12· πρβλ. [[συγκομίζω]] Ι. 2 2) ἐπὶ παθ, σημασ., τὸ συγκομίζεσθαι, συνέρχεσθαι ἢ συσσωρεύεσθαι εἰς τὸν αὐτὸν τόπον, ἐξ ἀγρῶν ἐς ἄστυ Θουκ. 2. 52. 3) σ. ἱστορίας, συγγραφὴ ἱστορίας, Ἡρῳδιαν. ἐν ἀρχ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj |