Anonymous

σκυταλίς: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ίδος (ἡ) :<br />petit bâton, petite baguette, <i>particul.</i> engin de pêcheur pour enrouler le filet et le fixer à terre.<br />'''Étymologie:''' [[σκυτάλη]].
|btext=ίδος (ἡ) :<br />petit bâton, petite baguette, <i>particul.</i> engin de pêcheur pour enrouler le filet et le fixer à terre.<br />'''Étymologie:''' [[σκυτάλη]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''σκῠτᾰλίς''': -ίδος, , ὑποκορ. τοῦ [[σκυτάλη]], [[ῥαβδίον]], Ἡρόδ. 4. 60. 2) = [[σκυτάλιον]] Ι. 3, [[μάλιστα]] ὡς χρήσιμον εἰς ἁλιεῖς [[ὅπως]] ἕλκωσι τὸ [[δίκτυον]] εἰς τὴν ξηρὰν (Λατ. scutula), Αἰλ. π. Ζ. 12. 43. 3) = [[σκυτάλη]] Ι. 2, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 3. 6, 3. 4) = [[σκυτάλη]] Ι. 1, Διοδ. Ἐκλογ. Βατ. σ. 12, Αἰν. Τακτ. 22 ἐν τέλ., κτλ. 5) μηχανὴ δι’ ἧς ἐρρίπτετο πῦρ, Σουΐδ. 6) [[φάλαγξ]] ἢ [[κόνδυλος]] δακτύλου, ὡς τὸ [[σκυτάλη]] V, Πολυδ. Β΄, 144, Γαλην. ΙΙ. = [[σκυτάλη]] ΙΙ, Γεωπ. 4. 3, 11· [[ἐντεῦθεν]], [[ῥαβδίον]] εὔκαμπτον ἐξ ἰτέας, Στράβ. 818. ΙΙΙ. μικρὸς [[καρκίνος]] ἐκ τοῦ εἴδους τῆς καρίδος, Ἡσύχ. 2) [[εἶδος]] κάμπης, Ἐτυμολ. Μέγ. 720. 45.
|elnltext=σκῡταλίς -ίδος, ἡ [σκυτάλη] stokje.
}}
{{elru
|elrutext='''σκῠτᾰλίς:''' ίδος (ῐδ) <br /><b class="num">1)</b> [[палка]], [[прут]] Her.;<br /><b class="num">2)</b> [[небольшая скитала]] Diod. (см. [[σκυτάλη]] 5).
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σκῠτᾰλίς:''' -[[ίδος]], ἡ, υποκορ. του [[σκυτάλη]], [[ραβδί]], μικρό [[ρόπαλο]], σε Ηρόδ.
|lsmtext='''σκῠτᾰλίς:''' -[[ίδος]], ἡ, υποκορ. του [[σκυτάλη]], [[ραβδί]], μικρό [[ρόπαλο]], σε Ηρόδ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''σκῠτᾰλίς:''' ίδος (ῐδ) <br /><b class="num">1)</b> [[палка]], [[прут]] Her.;<br /><b class="num">2)</b> [[небольшая скитала]] Diod. (см. [[σκυτάλη]] 5).
|lstext='''σκῠτᾰλίς''': -ίδος, , ὑποκορ. τοῦ [[σκυτάλη]], [[ῥαβδίον]], Ἡρόδ. 4. 60. 2) = [[σκυτάλιον]] Ι. 3, [[μάλιστα]] ὡς χρήσιμον εἰς ἁλιεῖς [[ὅπως]] ἕλκωσι τὸ [[δίκτυον]] εἰς τὴν ξηρὰν (Λατ. scutula), Αἰλ. π. Ζ. 12. 43. 3) = [[σκυτάλη]] Ι. 2, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 3. 6, 3. 4) = [[σκυτάλη]] Ι. 1, Διοδ. Ἐκλογ. Βατ. σ. 12, Αἰν. Τακτ. 22 ἐν τέλ., κτλ. 5) μηχανὴ δι’ ἧς ἐρρίπτετο πῦρ, Σουΐδ. 6) [[φάλαγξ]] ἢ [[κόνδυλος]] δακτύλου, ὡς τὸ [[σκυτάλη]] V, Πολυδ. Β΄, 144, Γαλην. ΙΙ. = [[σκυτάλη]] ΙΙ, Γεωπ. 4. 3, 11· [[ἐντεῦθεν]], [[ῥαβδίον]] εὔκαμπτον ἐξ ἰτέας, Στράβ. 818. ΙΙΙ. μικρὸς [[καρκίνος]] ἐκ τοῦ εἴδους τῆς καρίδος, Ἡσύχ. 2) [[εἶδος]] κάμπης, Ἐτυμολ. Μέγ. 720. 45.
}}
{{elnl
|elnltext=σκῡταλίς -ίδος, [σκυτάλη] stokje.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=σκῠτᾰλίς, ίδος, ἡ, [Dim. of [[σκυτάλη]]<br />a [[stick]], Hdt.
|mdlsjtxt=σκῠτᾰλίς, ίδος, ἡ, [Dim. of [[σκυτάλη]]<br />a [[stick]], Hdt.
}}
}}