Anonymous

συμβολή: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ῆς (ἡ) :<br /><b>I.</b> rencontre, <i>d'où</i><br /><b>1</b> ajustement, emboîtement, jointure;<br /><b>2</b> jonction de routes, de fleuves, carrefour;<br /><b>3</b> rencontre, engagement, combat;<br /><b>II.</b> convention, contrat;<br /><b>III.</b> contribution d'argent ; pique-nique.<br />'''Étymologie:''' [[συμβάλλω]].
|btext=ῆς (ἡ) :<br /><b>I.</b> rencontre, <i>d'où</i><br /><b>1</b> ajustement, emboîtement, jointure;<br /><b>2</b> jonction de routes, de fleuves, carrefour;<br /><b>3</b> rencontre, engagement, combat;<br /><b>II.</b> convention, contrat;<br /><b>III.</b> contribution d'argent ; pique-nique.<br />'''Étymologie:''' [[συμβάλλω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''συμβολή''': ἡ, (συμβάλλομαι) τὸ συμβάλλειν, [[συνάντησις]], [[ἕνωσις]], συμβολὰς τριῶν κελεύθων, Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 171, πρβλ. Ξεν. Ἑλλ. 7. 1, 29· τὸ [[μέρος]] [[ἔνθα]] δύο ποταμοὶ συμβάλλουσι, Διόδ. 17. 97, Ἀρρ. Ἀν. 6. 4. 6, Ussing Inscrr. σ. 3· συμβολαὶ τῶν νεύρων Ἀριστ. περὶ Θαυμασ. 36· σ. φωνηέντων, [[συνάντησις]] φωνηέντων ἐν συνθέτοις λέξεσιν, ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. πρὸς Ἀλέξ. 24. 1, πρβλ. Διον. Ἁλ. περὶ Δημ. 40. 2) ἐπὶ συγκεκριμένης ἐννοίας, τὸ [[μέρος]] τὸ συναπτόμενον, [[σύνδεσμος]], τὸ [[ἄκρον]], Λατιν. commissura, τοῦ ζωστῆρος Ἡρόδ. 4. 10· τῶν ἀξόνων Ξεν. Ἱππ. 10, 10· τῶν ὀστέων ἐπὶ τῶν ἁρμῶν ἢ ἀρθρώσεων, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 838. πρβλ. Πλάτ. Φαίδωνα 98D· τοῦ ἰσχίου Ἱππ. 1143G· ἡ ῥαφὴ τοῦ κρανίου, Ἀριστ. περὶ Πνεύματ. 5, 10, Πολυδ. Β΄, 36, τῶν χειλῶν συμβολαί, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ τῆς γλώσσης προσβολαί, ἐπὶ τῆς προφορᾶς τῶν χειλοφώνων καὶ γλωσσοφώνων γραμμάτων, Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 2. 16, 15. ΙΙ. ἐπὶ ἐχθρικῆς σημασίας, [[συνάντησις]] ἐχθρική, [[συμπλοκή]], [[μάχη]], συμβολὴ γίγνεται Ἡρόδ. 1. 74., 7. 210˙ συμβολὴν ποιέεσθαι ὁ αὐτ. 6. 110˙ τῇ σ. [[νικᾶν]], ἑσσωθῆναι ὁ αὐτ. 4. 159., 1. 66˙ ἐπὶ πλοίων, Αἰσχύλ. Πέρσ. 350˙ ἀλεκτρυόνων σ. Ἡρῳδιαν. 3. 10. ΙΙΙ. = [[συμβόλαιον]] ΙΙ, συνθῆκαι καὶ σ. [[πρός]] τινας Ἀριστ. Ρητ. 1. 4. 11˙ (ἐν Ἀριστοφ. Ἀχ. 1210, 1211, ὑπάρχει παιδιὰ ἐπὶ τῶν σημασιῶν ΙΙ καὶ ΙΙΙ. ΛΑΜΑΧ. [[τάλας]] ἐγὼ ξυμβολῆς βαρείας. ― ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΣ τοῖς Χουσὶ γάρ τις ξυμβολὰς ἐπράττετο;). IV. ἐν τῷ πληθ., συμβολαὶ ἐκαλοῦντο τὰ συνεισφερόμενα πρὸς κοινὸν [[συμπόσιον]], [[ἔρανος]], Κικ. collectae, ἐπὶ [[δεῖπνον]] ἢ φίλον τιν’ ἢ ξένον καλέσας [[ἔπειτα]] συμβολὰς ἐπράξατο Εὔβουλ. ἐν «Οἰδίποδι» 1. 4˙ τὰς ξ. [[κατατίθημι]], [[καταβάλλω]], πληρώνω τὸ [[μέρος]] μου, Ἀντιφάνης ἐν «Ἁλιευομένῃ» 1, 8, Διόδωρ. Κωμῳδιοποιὸς ἐν «Ἐπικλήρῳ» 1. 13˙ σ. φέρειν, εἰσφέρειν Ἄλεξις ἐν «Μανδραγοριζομένῃ» 4, Ἡγήσανδρ. παρ’ Ἀθην. 365D˙ πίνειν ἀπὸ συμβολῶν, ὡς τὸ symbolis esse παρὰ Terent. Eun. 3. 4, 2, Ἄλεξ. ἐν «Ἰσοστασίῳ» 2˙ πρβλ. [[συνάγω]] ΙΙ. 3, [[σύμβολον]] Ι, 8, συμβολικὸς 2˙ ― [[ὡσαύτως]] αὐτὸ τὸ ἐξ ἐράνων [[δεῖπνον]], Ξεν. Συμπ. 1. 16. 2) [[καθόλου]], [[ἔρανος]], [[συνεισφορά]], συμβολὰς διδόναι τῇ πολιτείᾳ Πλουτ. Ἆγις 9, πρβλ. Ἄρατ. 11˙ εἰς τὸν πόλεμον σ. παρασχέσθαι ὁ αὐτ. ἐν Δίωνος καὶ Βρούτου Συγκρίσει 1˙ ― σπανίως ἐν τῷ ἑνικῷ, Λουκ. Ἑταιρ. Διάλ. 7.
|elnltext=συμβολή -ῆς, ἡ, Att. ook ξυμβολή [συμβάλλω] het samenkomen; Xen. Hell. 7.1.29; concreet verbindingspunt, voeg, sluiting, gewricht. treffen, gevecht:. συμβολῆς γενομένης toen een gevecht was ontstaan Hdt. 1.74.2; συμβολὴν ποιέεσθαι het tot een treffen laten komen Hdt. 6.110. zakelijke overeenkomst, contract; met πρός + acc. met iem.. Aristot. Rh. 1360a15. bijdrage, contributie, m. n. financieel:; συμβολὰς διδόναι met dat. bijdragen leveren aan Plut. = συμβολὰς παρέχεσθαι met εἰς + acc. Plut. Brut. 54.2; van deelnemers aan een feestmaal; Aristoph. Ach. 1211; bij het gokken inzet.
}}
{{elru
|elrutext='''συμβολή:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[соединение]], [[стык]] или [[скрещение]] (τριῶν κελεύθων Aesch.; sc. τῶν ὁδῶν Xen.);<br /><b class="num">2)</b> [[сращение]] (τῶν νεύρων Arst.);<br /><b class="num">3)</b> [[слияние]] (τῶν ποταμῶν Diod.);<br /><b class="num">4)</b> [[встреча]], [[непосредственное соседство]] (φωνηέντων Arst.);<br /><b class="num">5)</b> [[сочленение]], [[шов]] (τῶν ὀστέων Plat.);<br /><b class="num">6)</b> [[смыкание]] (τῶν χειλῶν Arst.);<br /><b class="num">7)</b> [[край]], [[конец]], [[застежка]] (τοῦ ζωστῆρος Her.);<br /><b class="num">8)</b> [[столкновение]], [[стычка]], [[схватка]] (sc. τῶν νηῶν Aesch.): [[νικᾶν]] τῇ συμβολῇ Her. [[победить в сражении]];<br /><b class="num">9)</b> [[соглашение]], [[контракт]] (συνθῆκαι καὶ συμβολαί Arst.);<br /><b class="num">10)</b> преимущ. pl. [[денежный взнос]], [[вклад]], [[пожертвование]] Luc.; συμβολὰς πράττεσθαι Arph. [[взимать взносы]], [[устраивать складчину]]; συμβολὰς μεγάλας τῷ κοινῷ [[δοῦναι]] Plut. [[сделать]] большой вклад в общегосударственное дело; οὐκ ἐλάττονας συμβολὰς παρασχέσθαι εἴς τι Plut. сыграть немалую роль в чем-л.;<br /><b class="num">11)</b> [[обед вскладчину]] Xen.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''συμβολή:''' ἡ (συμβάλλομαι),<br /><b class="num">I.</b> [[συνάντηση]] με κάποιον στο ίδιο [[σημείο]], [[ένωση]], [[συναπάντημα]], [[σμίξιμο]], σε Ξεν.· [[σημείο]] όπου ενώνονται [[δύο]] μέρη, [[άκρο]], [[αρμός]], [[άρθρωση]], Λατ. [[commissura]], σε Ηρόδ., Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> με εχθρική [[σημασία]], εχθρική [[συνάντηση]], [[συμπλοκή]], [[μάχη]], σε Ηρόδ., Αισχύλ.<br /><b class="num">III.</b> = [[συμβόλαιον]] II, [[συμβόλαιο]], [[σύμβαση]], [[σύμφωνο]], [[συμφωνητικό]], σε Αριστ.· στους Αχαρν. του Αριστοφ. υπάρχει [[λογοπαίγνιο]] με τις σημασίες II και III, [[συμπλοκή]] και ανοιχτοί οικονομικοί λογαριασμοί, εχθρική [[έφοδος]] και [[απαίτηση]] πληρωμής.<br /><b class="num">IV.</b> στον πληθ. <i>συμβολαί</i> ονομάζονταν όσα συνέφερε [[κάποιος]] στο κοινό [[συμπόσιο]], [[συνεισφορά]], [[έρανος]]· <i>πίνειν ἀπὸ συμβολῶν</i>, όπως το de symbolis [[esse]] στον Τερέντ., Αττ.· [[διασκέδαση]], [[ευωχία]], [[γεύμα]], σε Ξεν.
|lsmtext='''συμβολή:''' ἡ (συμβάλλομαι),<br /><b class="num">I.</b> [[συνάντηση]] με κάποιον στο ίδιο [[σημείο]], [[ένωση]], [[συναπάντημα]], [[σμίξιμο]], σε Ξεν.· [[σημείο]] όπου ενώνονται [[δύο]] μέρη, [[άκρο]], [[αρμός]], [[άρθρωση]], Λατ. [[commissura]], σε Ηρόδ., Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> με εχθρική [[σημασία]], εχθρική [[συνάντηση]], [[συμπλοκή]], [[μάχη]], σε Ηρόδ., Αισχύλ.<br /><b class="num">III.</b> = [[συμβόλαιον]] II, [[συμβόλαιο]], [[σύμβαση]], [[σύμφωνο]], [[συμφωνητικό]], σε Αριστ.· στους Αχαρν. του Αριστοφ. υπάρχει [[λογοπαίγνιο]] με τις σημασίες II και III, [[συμπλοκή]] και ανοιχτοί οικονομικοί λογαριασμοί, εχθρική [[έφοδος]] και [[απαίτηση]] πληρωμής.<br /><b class="num">IV.</b> στον πληθ. <i>συμβολαί</i> ονομάζονταν όσα συνέφερε [[κάποιος]] στο κοινό [[συμπόσιο]], [[συνεισφορά]], [[έρανος]]· <i>πίνειν ἀπὸ συμβολῶν</i>, όπως το de symbolis [[esse]] στον Τερέντ., Αττ.· [[διασκέδαση]], [[ευωχία]], [[γεύμα]], σε Ξεν.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''συμβολή:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[соединение]], [[стык]] или [[скрещение]] (τριῶν κελεύθων Aesch.; sc. τῶν ὁδῶν Xen.);<br /><b class="num">2)</b> [[сращение]] (τῶν νεύρων Arst.);<br /><b class="num">3)</b> [[слияние]] (τῶν ποταμῶν Diod.);<br /><b class="num">4)</b> [[встреча]], [[непосредственное соседство]] (φωνηέντων Arst.);<br /><b class="num">5)</b> [[сочленение]], [[шов]] (τῶν ὀστέων Plat.);<br /><b class="num">6)</b> [[смыкание]] (τῶν χειλῶν Arst.);<br /><b class="num">7)</b> [[край]], [[конец]], [[застежка]] (τοῦ ζωστῆρος Her.);<br /><b class="num">8)</b> [[столкновение]], [[стычка]], [[схватка]] (sc. τῶν νηῶν Aesch.): [[νικᾶν]] τῇ συμβολῇ Her. [[победить в сражении]];<br /><b class="num">9)</b> [[соглашение]], [[контракт]] (συνθῆκαι καὶ συμβολαί Arst.);<br /><b class="num">10)</b> преимущ. pl. [[денежный взнос]], [[вклад]], [[пожертвование]] Luc.; συμβολὰς πράττεσθαι Arph. [[взимать взносы]], [[устраивать складчину]]; συμβολὰς μεγάλας τῷ κοινῷ [[δοῦναι]] Plut. [[сделать]] большой вклад в общегосударственное дело; οὐκ ἐλάττονας συμβολὰς παρασχέσθαι εἴς τι Plut. сыграть немалую роль в чем-л.;<br /><b class="num">11)</b> [[обед вскладчину]] Xen.
|lstext='''συμβολή''': , (συμβάλλομαι) τὸ συμβάλλειν, [[συνάντησις]], [[ἕνωσις]], συμβολὰς τριῶν κελεύθων, Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 171, πρβλ. Ξεν. Ἑλλ. 7. 1, 29· τὸ [[μέρος]] [[ἔνθα]] δύο ποταμοὶ συμβάλλουσι, Διόδ. 17. 97, Ἀρρ. Ἀν. 6. 4. 6, Ussing Inscrr. σ. 3· συμβολαὶ τῶν νεύρων Ἀριστ. περὶ Θαυμασ. 36· σ. φωνηέντων, [[συνάντησις]] φωνηέντων ἐν συνθέτοις λέξεσιν, ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. πρὸς Ἀλέξ. 24. 1, πρβλ. Διον. Ἁλ. περὶ Δημ. 40. 2) ἐπὶ συγκεκριμένης ἐννοίας, τὸ [[μέρος]] τὸ συναπτόμενον, ὁ [[σύνδεσμος]], τὸ [[ἄκρον]], Λατιν. commissura, τοῦ ζωστῆρος Ἡρόδ. 4. 10· τῶν ἀξόνων Ξεν. Ἱππ. 10, 10· τῶν ὀστέων ἐπὶ τῶν ἁρμῶν ἢ ἀρθρώσεων, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 838. πρβλ. Πλάτ. Φαίδωνα 98D· τοῦ ἰσχίου Ἱππ. 1143G· ἡ ῥαφὴ τοῦ κρανίου, Ἀριστ. περὶ Πνεύματ. 5, 10, Πολυδ. Β΄, 36, τῶν χειλῶν συμβολαί, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ τῆς γλώσσης προσβολαί, ἐπὶ τῆς προφορᾶς τῶν χειλοφώνων καὶ γλωσσοφώνων γραμμάτων, Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 2. 16, 15. ΙΙ. ἐπὶ ἐχθρικῆς σημασίας, [[συνάντησις]] ἐχθρική, [[συμπλοκή]], [[μάχη]], συμβολὴ γίγνεται Ἡρόδ. 1. 74., 7. 210˙ συμβολὴν ποιέεσθαι ὁ αὐτ. 6. 110˙ τῇ σ. [[νικᾶν]], ἑσσωθῆναι ὁ αὐτ. 4. 159., 1. 66˙ ἐπὶ πλοίων, Αἰσχύλ. Πέρσ. 350˙ ἀλεκτρυόνων σ. Ἡρῳδιαν. 3. 10. ΙΙΙ. = [[συμβόλαιον]] ΙΙ, συνθῆκαι καὶ σ. [[πρός]] τινας Ἀριστ. Ρητ. 1. 4. 11˙ (ἐν Ἀριστοφ. Ἀχ. 1210, 1211, ὑπάρχει παιδιὰ ἐπὶ τῶν σημασιῶν ΙΙ καὶ ΙΙΙ. ΛΑΜΑΧ. [[τάλας]] ἐγὼ ξυμβολῆς βαρείας. ― ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΙΣ τοῖς Χουσὶ γάρ τις ξυμβολὰς ἐπράττετο;). IV. ἐν τῷ πληθ., συμβολαὶ ἐκαλοῦντο τὰ συνεισφερόμενα πρὸς κοινὸν [[συμπόσιον]], [[ἔρανος]], Κικ. collectae, ἐπὶ [[δεῖπνον]] ἢ φίλον τιν’ ἢ ξένον καλέσας [[ἔπειτα]] συμβολὰς ἐπράξατο Εὔβουλ. ἐν «Οἰδίποδι» 1. 4˙ τὰς ξ. [[κατατίθημι]], [[καταβάλλω]], πληρώνω τὸ [[μέρος]] μου, Ἀντιφάνης ἐν «Ἁλιευομένῃ» 1, 8, Διόδωρ. Κωμῳδιοποιὸς ἐν «Ἐπικλήρῳ» 1. 13˙ σ. φέρειν, εἰσφέρειν Ἄλεξις ἐν «Μανδραγοριζομένῃ» 4, Ἡγήσανδρ. παρ’ Ἀθην. 365D˙ πίνειν ἀπὸ συμβολῶν, ὡς τὸ symbolis esse παρὰ Terent. Eun. 3. 4, 2, Ἄλεξ. ἐν «Ἰσοστασίῳ» 2˙ πρβλ. [[συνάγω]] ΙΙ. 3, [[σύμβολον]] Ι, 8, συμβολικὸς 2˙ ― [[ὡσαύτως]] αὐτὸ τὸ ἐξ ἐράνων [[δεῖπνον]], Ξεν. Συμπ. 1. 16. 2) [[καθόλου]], [[ἔρανος]], [[συνεισφορά]], συμβολὰς διδόναι τῇ πολιτείᾳ Πλουτ. Ἆγις 9, πρβλ. Ἄρατ. 11˙ εἰς τὸν πόλεμον σ. παρασχέσθαι ὁ αὐτ. ἐν Δίωνος καὶ Βρούτου Συγκρίσει 1˙ ― σπανίως ἐν τῷ ἑνικῷ, Λουκ. Ἑταιρ. Διάλ. 7.
}}
{{elnl
|elnltext=συμβολή -ῆς, , Att. ook ξυμβολή [συμβάλλω] het samenkomen; Xen. Hell. 7.1.29; concreet verbindingspunt, voeg, sluiting, gewricht. treffen, gevecht:. συμβολῆς γενομένης toen een gevecht was ontstaan Hdt. 1.74.2; συμβολὴν ποιέεσθαι het tot een treffen laten komen Hdt. 6.110. zakelijke overeenkomst, contract; met πρός + acc. met iem.. Aristot. Rh. 1360a15. bijdrage, contributie, m. n. financieel:; συμβολὰς διδόναι met dat. bijdragen leveren aan Plut. = συμβολὰς παρέχεσθαι met εἰς + acc. Plut. Brut. 54.2; van deelnemers aan een feestmaal; Aristoph. Ach. 1211; bij het gokken inzet.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj