Anonymous

τυρόνωτος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ος, ον :<br />recouvert de fromage (gâteau).<br />'''Étymologie:''' [[τυρός]], [[νῶτον]].
|btext=ος, ον :<br />recouvert de fromage (gâteau).<br />'''Étymologie:''' [[τυρός]], [[νῶτον]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''τῡρόνωτος''': -ον, ὁ ἔχων τὰ νῶτα ἐκ τυροῦ, δηλ. κεκαλυμμένος ἢ πεπασμένος διὰ τυροῦ, ἢ [[ἁπλῶς]] ἔχων τυρόν, τυρόνωτον κύκλον πλακοῦντος Ἀριστοφ. Ἀχ. 1126 (πρβλ. [[τυροφόρος]]), ― κατὰ παρῳδίαν τοῦ [[σιδηρόνωτος]].
|elnltext=τυρόνωτος -ον [τυρός, νῶτον] met een korst van kaas erop.
}}
{{elru
|elrutext='''τῡρόνωτος:''' шутл. с сырной спинкой ([[πλακοῦς]] Arph.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''τῡρόνωτος:''' -ον, καλυμμένος με [[τυρί]], σε Αριστοφ.
|lsmtext='''τῡρόνωτος:''' -ον, καλυμμένος με [[τυρί]], σε Αριστοφ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''τῡρόνωτος:''' шутл. с сырной спинкой ([[πλακοῦς]] Arph.).
|lstext='''τῡρόνωτος''': -ον, ὁ ἔχων τὰ νῶτα ἐκ τυροῦ, δηλ. κεκαλυμμένος ἢ πεπασμένος διὰ τυροῦ, ἢ [[ἁπλῶς]] ἔχων τυρόν, τυρόνωτον κύκλον πλακοῦντος Ἀριστοφ. Ἀχ. 1126 (πρβλ. [[τυροφόρος]]), ― κατὰ παρῳδίαν τοῦ [[σιδηρόνωτος]].
}}
{{elnl
|elnltext=τυρόνωτος -ον [τυρός, νῶτον] met een korst van kaas erop.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=τῡρό-νωτος, ον,<br />[[cheese]]-backed, [[spread]] with [[cheese]], Ar.
|mdlsjtxt=τῡρό-νωτος, ον,<br />[[cheese]]-backed, [[spread]] with [[cheese]], Ar.
}}
}}