Anonymous

κανηφόρος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui porte une corbeille ; <i>particul. à Athènes</i> [[αἱ]] κανηφόροι les canéphores, <i>jeunes filles qui portaient sur leur tête les corbeilles contenant les objets pour le sacrifice</i>.<br />'''Étymologie:''' [[κάνεον]], [[φέρω]].
|btext=ος, ον :<br />qui porte une corbeille ; <i>particul. à Athènes</i> [[αἱ]] κανηφόροι les canéphores, <i>jeunes filles qui portaient sur leur tête les corbeilles contenant les objets pour le sacrifice</i>.<br />'''Étymologie:''' [[κάνεον]], [[φέρω]].
}}
{{elnl
|elnltext=κανηφόρος Dor. καναφόρος [κάνεον, φέρω] relig. een mand dragend; subst. αἱ Κανηφόροι de Kanephoren (manddraagsters bij processie in Athene en op het eiland Kos).
}}
{{elru
|elrutext='''κᾰνηφόρος:''' ἡ культ. канефора (девушка, несущая на голове корзину со священной утварью для жертвоприношения) Arph.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κᾰνηφόρος:''' -ον ([[φέρω]]), αυτός που κρατά [[ιερό]] [[κάνιστρο]]· <i>Κανηφόροι</i>, <i>αἱ</i>, αυτές που κρατούν τα Ιερά Κάνιστρα· στην Αθήνα, παρθένες που έφεραν πάνω στα κεφάλια τους καλάθια που περιείχαν ιερά [[σκεύη]] που χρησιμοποιούνταν στις γιορτές προς [[τιμή]] της Δήμητρας, του Διονύσου και της Αθηνάς, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''κᾰνηφόρος:''' -ον ([[φέρω]]), αυτός που κρατά [[ιερό]] [[κάνιστρο]]· <i>Κανηφόροι</i>, <i>αἱ</i>, αυτές που κρατούν τα Ιερά Κάνιστρα· στην Αθήνα, παρθένες που έφεραν πάνω στα κεφάλια τους καλάθια που περιείχαν ιερά [[σκεύη]] που χρησιμοποιούνταν στις γιορτές προς [[τιμή]] της Δήμητρας, του Διονύσου και της Αθηνάς, σε Αριστοφ.
}}
{{elnl
|elnltext=κανηφόρος Dor. καναφόρος [κάνεον, φέρω] relig. een mand dragend; subst. αἱ Κανηφόροι de Kanephoren (manddraagsters bij processie in Athene en op het eiland Kos).
}}
{{elru
|elrutext='''κᾰνηφόρος:''' ἡ культ. канефора (девушка, несущая на голове корзину со священной утварью для жертвоприношения) Arph.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=κᾰνη-[[φόρος]], ον [[φέρω]]<br />[[carrying]] a [[basket]]:— Κανηφόροι, αἱ, Basket-bearers, at [[Athens]], maidens who carried on [[their]] heads baskets containing the [[sacred]] things used at the feasts of [[Demeter]], [[Bacchus]] and [[Athena]], Ar.
|mdlsjtxt=κᾰνη-[[φόρος]], ον [[φέρω]]<br />[[carrying]] a [[basket]]:— Κανηφόροι, αἱ, Basket-bearers, at [[Athens]], maidens who carried on [[their]] heads baskets containing the [[sacred]] things used at the feasts of [[Demeter]], [[Bacchus]] and [[Athena]], Ar.
}}
}}