Anonymous

πηγή: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  2 October 2022
m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ῆς (ἡ) :<br /><b>1</b> source d'un fleuve;<br /><b>2</b> écoulement continu d'un liquide, de larmes (<i>d'où abs. au plur.</i> [[αἱ]] πηγαί les larmes elles-mêmes), de lait;<br /><b>3</b> source, <i>càd</i> lieu d'où naît qch, qui produit qch : πηγαὶ ἡλίου ESCHL la source du soleil, <i>càd</i> l'Orient ; πηγὴ ἀργύρου ESCHL source d'argent <i>en parl. des mines du Laurion</i> ; τῆς πηγῆς ἀκουούσης SOPH du sens de l'ouïe, <i>litt.</i> de la source de l'audition;<br /><b>4</b> <i>fig.</i> source, principe, origine (de biens, de maux, <i>etc.</i>).<br />'''Étymologie:''' R. Παγ, ficher, v. [[πήγνυμι]] ; litt. « ce qui perce le sol à la façon d'un pieu qu’on fiche » ; cf. [[κρήνη]].
|btext=ῆς (ἡ) :<br /><b>1</b> source d'un fleuve;<br /><b>2</b> écoulement continu d'un liquide, de larmes (<i>d'où abs. au plur.</i> [[αἱ]] πηγαί les larmes elles-mêmes), de lait;<br /><b>3</b> source, <i>càd</i> lieu d'où naît qch, qui produit qch : πηγαὶ ἡλίου ESCHL la source du soleil, <i>càd</i> l'Orient ; πηγὴ ἀργύρου ESCHL source d'argent <i>en parl. des mines du Laurion</i> ; τῆς πηγῆς ἀκουούσης SOPH du sens de l'ouïe, <i>litt.</i> de la source de l'audition;<br /><b>4</b> <i>fig.</i> source, principe, origine (de biens, de maux, <i>etc.</i>).<br />'''Étymologie:''' R. Παγ, ficher, v. [[πήγνυμι]] ; litt. « ce qui perce le sol à la façon d'un pieu qu’on fiche » ; cf. [[κρήνη]].
}}
{{elnl
|elnltext=πηγή -ῆς, ἡ, Dor. πᾱγᾱ́ bron:; πηγαὶ τοῦ Νείλου bronnen van de Nijl Hdt. 2.28.1; uitbr..; πυρὸς παγαί fonteinen van vuur Pind. P. 1.22; ἀργύρου πηγή zilvermijn Aeschl. Pers. 238; overdr. bron, oorsprong:. ἡλίου πηγαί de bronnen van de zon Aeschl. PV 809; αἱ τέχναι... ἃς πηγάς φασι τῶν καλῶν de kunsten die, zoals men zegt, de bron van al het schone zijn Xen. Cyr. 7.2.13; ἀρχαί... αὗται καὶ πηγαὶ τῶν στάσεών εἰσιν dat zijn beginpunten en oorzaken van burgertwisten Aristot. Pol. 1301b5. plur. stromend water:; Ὠκεανοῦ παρὰ πηγάς langs de stromen van Oceanus Hes. Th. 282; overdr.. πηγαὶ κλαυμάτων tranenstromen Aeschl. Ag. 888; πηγαὶ βοτρύων druivensap Eur. Cycl. 496; πηγαὶ τροφῆς τῷ γεννωμένῳ voedselstromen voor de pasgeborene Plat. Menex. 237e.
}}
{{elru
|elrutext='''πηγή:''' дор. [[παγά|πᾱγά]] (γᾱ) ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[струя]], [[поток]] (πηγαὶ ποταμῶν Hom.; πηγαὶ κλαυμάτων Aesch.; παγαὶ δακρύων Soph.): πηγαὶ βοτρύων Eur. потоки вина;<br /><b class="num">2)</b> [[источник]], [[родник]] (π. καὶ ἀρχὴ κινήσεως Plat.; τοῦ [[ὕδατος]] τῆς ζωῆς NT): πηγαὶ ἡλίου Aesch. = [[ἕως]]; π. ἀκούουσα Soph. = [[ἀκοή]].
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 33: Line 39:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πηγή:''' Δωρ. [[παγά]], ἡ,<br /><b class="num">I. 1.</b> [[συνήθως]] στον πληθ., λέγεται για τρεχούμενα νερά, για τα ποτάμια, σε Όμηρ. κ.λπ.· διακρίνεται από το <i>κρουνὸς</i> ([[πηγή]] ή το [[στόμιο]] του πηγαδιού), <i>κρουνὼ δ' ἵκανον καλλιρρόω</i>, [[ἔνθα]] δὲ πηγαὶ δοιαὶ ἀναΐσσουσι, σε Ομήρ. Ιλ.· στον ενικ., σε Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> μεταφ., ποτάμια από δάκρυα, <i>πηγαὶ κλαυμάτων</i>, <i>δακρύων</i>, στον ίδ., Σοφ.· ομοίως, <i>πηγαὶ γάλακτος</i>, σε Σοφ.· <i>πόντου πηγαῖς</i>, με θαλασσινό [[νερό]], σε Ευρ.· παγαὶ [[πυρός]], σε Πίνδ.<br /><b class="num">II. 1.</b> [[κρήνη]], [[νάμα]], [[πηγή]], <i>πηγαὶ ἡλίου</i>, [[πηγή]] [[φωτός]], δηλ. η Ανατολή, σε Αισχύλ.· στον ενικ., λέγεται <i>πηγὴ ἀργύρου</i>, για τα [[μεταλλεία]] αργύρου στο Λαύριο, στον ίδ.· τῆς ἀκουούσης πηγῆς δι' [[ὤτων]], δηλ. η [[αίσθηση]] της ακοής, σε Σοφ.<br /><b class="num">2.</b> μεταφ., [[νάμα]], [[πηγή]], [[απαρχή]], <i>πηγὴ κακῶν</i>, σε Αισχύλ.· <i>ἡδονῶν</i>, <i>νοσημάτων</i>, σε Πλάτ.
|lsmtext='''πηγή:''' Δωρ. [[παγά]], ἡ,<br /><b class="num">I. 1.</b> [[συνήθως]] στον πληθ., λέγεται για τρεχούμενα νερά, για τα ποτάμια, σε Όμηρ. κ.λπ.· διακρίνεται από το <i>κρουνὸς</i> ([[πηγή]] ή το [[στόμιο]] του πηγαδιού), <i>κρουνὼ δ' ἵκανον καλλιρρόω</i>, [[ἔνθα]] δὲ πηγαὶ δοιαὶ ἀναΐσσουσι, σε Ομήρ. Ιλ.· στον ενικ., σε Αισχύλ.<br /><b class="num">2.</b> μεταφ., ποτάμια από δάκρυα, <i>πηγαὶ κλαυμάτων</i>, <i>δακρύων</i>, στον ίδ., Σοφ.· ομοίως, <i>πηγαὶ γάλακτος</i>, σε Σοφ.· <i>πόντου πηγαῖς</i>, με θαλασσινό [[νερό]], σε Ευρ.· παγαὶ [[πυρός]], σε Πίνδ.<br /><b class="num">II. 1.</b> [[κρήνη]], [[νάμα]], [[πηγή]], <i>πηγαὶ ἡλίου</i>, [[πηγή]] [[φωτός]], δηλ. η Ανατολή, σε Αισχύλ.· στον ενικ., λέγεται <i>πηγὴ ἀργύρου</i>, για τα [[μεταλλεία]] αργύρου στο Λαύριο, στον ίδ.· τῆς ἀκουούσης πηγῆς δι' [[ὤτων]], δηλ. η [[αίσθηση]] της ακοής, σε Σοφ.<br /><b class="num">2.</b> μεταφ., [[νάμα]], [[πηγή]], [[απαρχή]], <i>πηγὴ κακῶν</i>, σε Αισχύλ.· <i>ἡδονῶν</i>, <i>νοσημάτων</i>, σε Πλάτ.
}}
{{elnl
|elnltext=πηγή -ῆς, ἡ, Dor. πᾱγᾱ́ bron:; πηγαὶ τοῦ Νείλου bronnen van de Nijl Hdt. 2.28.1; uitbr..; πυρὸς παγαί fonteinen van vuur Pind. P. 1.22; ἀργύρου πηγή zilvermijn Aeschl. Pers. 238; overdr. bron, oorsprong:. ἡλίου πηγαί de bronnen van de zon Aeschl. PV 809; αἱ τέχναι... ἃς πηγάς φασι τῶν καλῶν de kunsten die, zoals men zegt, de bron van al het schone zijn Xen. Cyr. 7.2.13; ἀρχαί... αὗται καὶ πηγαὶ τῶν στάσεών εἰσιν dat zijn beginpunten en oorzaken van burgertwisten Aristot. Pol. 1301b5. plur. stromend water:; Ὠκεανοῦ παρὰ πηγάς langs de stromen van Oceanus Hes. Th. 282; overdr.. πηγαὶ κλαυμάτων tranenstromen Aeschl. Ag. 888; πηγαὶ βοτρύων druivensap Eur. Cycl. 496; πηγαὶ τροφῆς τῷ γεννωμένῳ voedselstromen voor de pasgeborene Plat. Menex. 237e.
}}
{{elru
|elrutext='''πηγή:''' дор. [[παγά|πᾱγά]] (γᾱ) ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[струя]], [[поток]] (πηγαὶ ποταμῶν Hom.; πηγαὶ κλαυμάτων Aesch.; παγαὶ δακρύων Soph.): πηγαὶ βοτρύων Eur. потоки вина;<br /><b class="num">2)</b> [[источник]], [[родник]] (π. καὶ ἀρχὴ κινήσεως Plat.; τοῦ [[ὕδατος]] τῆς ζωῆς NT): πηγαὶ ἡλίου Aesch. = [[ἕως]]; π. ἀκούουσα Soph. = [[ἀκοή]].
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj