3,276,984
edits
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elnl.*}}\n)({{elru.*}}\n)" to "$3$4$1$2") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=α, ον :<br />triple ; <i>adv.</i> • τριπλάσιον trois fois autant.<br />'''Étymologie:''' [[τρεῖς]], -πλάσιος. | |btext=α, ον :<br />triple ; <i>adv.</i> • τριπλάσιον trois fois autant.<br />'''Étymologie:''' [[τρεῖς]], -πλάσιος. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=τριπλάσιος -α -ον [τρι -, ~ διπλάσιος] drievoudig, drie maal zo groot, met gen.: ὄρνις τριπλάσιον Κλεωνύμου een vogel drie maal zo groot als Cleonymus Aristoph. Ach. 88; τριπλάσιον κεκράξομαί σου ik zal driemaal zo luid schreeuwen als jij Aristoph. Eq. 285. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''τριπλάσιος:''' (ᾰ) утроенный, тройной: τ. τινος Arph., Plat. втрое больше кого(чего)-л.; τριπλασίαν δύναμιν ἔχειν Xen. иметь втрое больше войска. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 21: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τρῐπλάσιος:''' [ᾰ], -α, -ον,<br /><b class="num">I.</b> [[τρεις]] φορές [[άλλος]] [[τόσος]], [[τρεις]] φορές τόσο [[μεγάλος]] όσο..., με γεν., σε Αριστοφ., Πλάτ. κ.λπ.· απόλ., <i>τριπλασίαν δύναμιν εἶχε</i> (ενν. <i>τῆς προτέρας</i>), σε Ξεν.<br /><b class="num">II.</b> <i>τριπλάσιον</i>, ως επίρρ., <i>τριπλάσιον</i>, [[τρεις]] φορές τόσο [[πολύ]], σε Αριστοφ. | |lsmtext='''τρῐπλάσιος:''' [ᾰ], -α, -ον,<br /><b class="num">I.</b> [[τρεις]] φορές [[άλλος]] [[τόσος]], [[τρεις]] φορές τόσο [[μεγάλος]] όσο..., με γεν., σε Αριστοφ., Πλάτ. κ.λπ.· απόλ., <i>τριπλασίαν δύναμιν εἶχε</i> (ενν. <i>τῆς προτέρας</i>), σε Ξεν.<br /><b class="num">II.</b> <i>τριπλάσιον</i>, ως επίρρ., <i>τριπλάσιον</i>, [[τρεις]] φορές τόσο [[πολύ]], σε Αριστοφ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj |