3,274,246
edits
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=peler, écailler, écorcer.<br />'''Étymologie:''' [[λεπίς]]. | |btext=peler, écailler, écorcer.<br />'''Étymologie:''' [[λεπίς]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''λεπίζω:''' снимать кожу, обдирать, pass. сдираться Arst., Polyb. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 21: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=<b>(I)</b><br />[[λεπίζω]] (AM) [[λέπος]]<br />[[αφαιρώ]] το [[δέρμα]] ή τον φλοιό, [[ξεφλουδίζω]], [[γδέρνω]] («ἔλαβε... ῥάβδον στυρακίνην χλωρὰν καὶ καρυΐνην... καὶ ἐλέπισεν αὐτάς», ΠΔ).<br /> <b>(II)</b><br />[[λεπίζω]] (Α) [[λεπίς]]<br />[[αφαιρώ]] τις μεταλλικές λεπίδες με τις οποίες [[είναι]] διακοσμημένο ένα [[αντικείμενο]] («τούτων δὲ τὰ μὲν πλεῖστα συνέβη λεπισθῆναι κατὰ τὴν Ἀλεξάνδρου... ἔφοδον», <b>Πολ.</b>). | |mltxt=<b>(I)</b><br />[[λεπίζω]] (AM) [[λέπος]]<br />[[αφαιρώ]] το [[δέρμα]] ή τον φλοιό, [[ξεφλουδίζω]], [[γδέρνω]] («ἔλαβε... ῥάβδον στυρακίνην χλωρὰν καὶ καρυΐνην... καὶ ἐλέπισεν αὐτάς», ΠΔ).<br /> <b>(II)</b><br />[[λεπίζω]] (Α) [[λεπίς]]<br />[[αφαιρώ]] τις μεταλλικές λεπίδες με τις οποίες [[είναι]] διακοσμημένο ένα [[αντικείμενο]] («τούτων δὲ τὰ μὲν πλεῖστα συνέβη λεπισθῆναι κατὰ τὴν Ἀλεξάνδρου... ἔφοδον», <b>Πολ.</b>). | ||
}} | }} |