Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

διάδετος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />attaché à travers <i>ou</i> autour.<br />'''Étymologie:''' [[διαδέω]].
|btext=ος, ον :<br />attaché à travers <i>ou</i> autour.<br />'''Étymologie:''' [[διαδέω]].
}}
{{elru
|elrutext='''διάδετος:''' [[продетый и связанный]] (χαλινοὶ διάδετοι γενῦν ἱππιᾶν Aesch.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''διάδετος:''' -ον ([[διαδέω]]), αυτός που είναι δεμένος [[δυνατά]], ισχυρά· <i>χαλινοὶ διάδετοι γενύων ἱππείων</i>, χαλινάρια ισχυρά δεμένα στα στόματα των αλόγων, σε Αισχύλ.
|lsmtext='''διάδετος:''' -ον ([[διαδέω]]), αυτός που είναι δεμένος [[δυνατά]], ισχυρά· <i>χαλινοὶ διάδετοι γενύων ἱππείων</i>, χαλινάρια ισχυρά δεμένα στα στόματα των αλόγων, σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''διάδετος:''' [[продетый и связанный]] (χαλινοὶ διάδετοι γενῦν ἱππιᾶν Aesch.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[διάδετος]], ον [[διαδέω]]<br />[[bound]] [[fast]], χαλινοὶ διάδετοι γενύων ἱππείων bits [[firm]] [[bound]] [[through]] the [[horse]]'s [[mouth]], Aesch.
|mdlsjtxt=[[διάδετος]], ον [[διαδέω]]<br />[[bound]] [[fast]], χαλινοὶ διάδετοι γενύων ἱππείων bits [[firm]] [[bound]] [[through]] the [[horse]]'s [[mouth]], Aesch.
}}
}}