Anonymous

θέρειος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=α <i>ou</i> ος, ον :<br />qui concerne l'été, d'été ; <i>subst.</i> ἡ [[θερεία]] ([[ὥρα]]), <i>ion.</i> ἡ θερείη HDT l'été.<br />'''Étymologie:''' [[θέρος]].
|btext=α <i>ou</i> ος, ον :<br />qui concerne l'été, d'été ; <i>subst.</i> ἡ [[θερεία]] ([[ὥρα]]), <i>ion.</i> ἡ θερείη HDT l'été.<br />'''Étymologie:''' [[θέρος]].
}}
{{elru
|elrutext='''θέρειος:''' или 2 летний ([[αὐχμός]] Emped. ap. Diog. L.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 27: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''θέρειος:''' -α, -ον ([[θέρος]]), αυτός που αναφέρεται ή βρίσκεται μέσα στο [[καλοκαίρι]]· [[θερεία]], Ιων. -είη, (ενν. [[ὥρα]]), ἡ = [[θέρος]], η [[εποχή]] του καλοκαιριού, το [[καλοκαίρι]], σε Ηρόδ., <i>ταῖςθερείαις</i>, σε Πίνδ.
|lsmtext='''θέρειος:''' -α, -ον ([[θέρος]]), αυτός που αναφέρεται ή βρίσκεται μέσα στο [[καλοκαίρι]]· [[θερεία]], Ιων. -είη, (ενν. [[ὥρα]]), ἡ = [[θέρος]], η [[εποχή]] του καλοκαιριού, το [[καλοκαίρι]], σε Ηρόδ., <i>ταῖςθερείαις</i>, σε Πίνδ.
}}
{{elru
|elrutext='''θέρειος:''' или 2 летний ([[αὐχμός]] Emped. ap. Diog. L.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[θέρειος]], η, ον [[θέρος]]<br />of [[summer]], in [[summer]]:— [[θερεία]], ionic -είη, (sc. ὥρἀ, = [[θέρος]], [[summer]]-[[time]], [[summer]], Hdt.; ταῖς θερείαις Pind.
|mdlsjtxt=[[θέρειος]], η, ον [[θέρος]]<br />of [[summer]], in [[summer]]:— [[θερεία]], ionic -είη, (sc. ὥρἀ, = [[θέρος]], [[summer]]-[[time]], [[summer]], Hdt.; ταῖς θερείαις Pind.
}}
}}