Anonymous

κανόνιον: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3, $4 $5")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1321.png Seite 1321]] τό, dim. von [[κανών]], Luc. Harmon. 3; S. Emp. adv. phys. 2, 153 als mathem. Instrument. – Nach Poll. 1, 92 heißen auch in den Schiffen mit einem Verdeck so τὰ ξύλα, ἐφ' ὧν αἱ σανίδες ἐπίκεινται.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1321.png Seite 1321]] τό, dim. von [[κανών]], Luc. Harmon. 3; S. Emp. adv. phys. 2, 153 als mathem. Instrument. – Nach Poll. 1, 92 heißen auch in den Schiffen mit einem Verdeck so τὰ ξύλα, ἐφ' ὧν αἱ σανίδες ἐπίκεινται.
}}
{{elru
|elrutext='''κᾰνόνιον:''' τό<br /><b class="num">1)</b> [[маленькое правило]], [[известного рода или в некотором смысле критерий]] Luc.;<br /><b class="num">2)</b> [[измерительный прибор]], [[линейка]], [[мера]] Sext.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 18: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κανόνιον]], τὸ (AM)<br /><b>μσν.</b><br />[[διάγραμμα]] για τον καθορισμό του [[Πάσχα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> μικρή [[ράβδος]] για [[μέτρηση]] γραμμών ή επιφανειών<br /><b>2.</b> [[διαβήτης]] ή όργανο για [[μέτρηση]] τόξων<br /><b>3.</b> καθένα από τα [[ορθά]] ξύλα που βρίσκονται στα πλαϊνά μέρη του πλοίου<br /><b>4.</b> μαθηματικό [[διάγραμμα]]<br /><b>5.</b> (ως υποκορ. του [[κανών]]) όργανο που είχε μια [[χορδή]] και χρησιμοποιούνταν από τους θεωρητικούς μουσικούς, αλλ. μονόχορδο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κανών]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -<i>ιον</i>, [[πρβλ]]. [[λόγιον]], [[μαχαίριον]]].
|mltxt=[[κανόνιον]], τὸ (AM)<br /><b>μσν.</b><br />[[διάγραμμα]] για τον καθορισμό του [[Πάσχα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> μικρή [[ράβδος]] για [[μέτρηση]] γραμμών ή επιφανειών<br /><b>2.</b> [[διαβήτης]] ή όργανο για [[μέτρηση]] τόξων<br /><b>3.</b> καθένα από τα [[ορθά]] ξύλα που βρίσκονται στα πλαϊνά μέρη του πλοίου<br /><b>4.</b> μαθηματικό [[διάγραμμα]]<br /><b>5.</b> (ως υποκορ. του [[κανών]]) όργανο που είχε μια [[χορδή]] και χρησιμοποιούνταν από τους θεωρητικούς μουσικούς, αλλ. μονόχορδο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κανών]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -<i>ιον</i>, [[πρβλ]]. [[λόγιον]], [[μαχαίριον]]].
}}
{{elru
|elrutext='''κᾰνόνιον:''' τό<br /><b class="num">1)</b> [[маленькое правило]], [[известного рода или в некотором смысле критерий]] Luc.;<br /><b class="num">2)</b> [[измерительный прибор]], [[линейка]], [[мера]] Sext.
}}
}}