Anonymous

λοιγός: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  3 October 2022
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 12: Line 12:
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />fléau, malheur, mort.<br />'''Étymologie:''' R. Λυγ, pleurer, sangloter ; cf. [[λυγρός]], [[λύγξ]], etc. ; <i>lat.</i> lugeo, luctus, etc.
|btext=οῦ (ὁ) :<br />fléau, malheur, mort.<br />'''Étymologie:''' R. Λυγ, pleurer, sangloter ; cf. [[λυγρός]], [[λύγξ]], etc. ; <i>lat.</i> lugeo, luctus, etc.
}}
{{elru
|elrutext='''λοιγός:'''<br /><b class="num">I</b> ὁ (по)гибель, уничтожение, беда Hom., Pind., Aesch.<br />несущий гибель, губительный ([[Ἄρης]] Anth.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 27: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''λοιγός:''' -οῦ, ὁ, [[καταστροφή]], [[ερήμωση]], [[βλάβη]], [[φθορά]], λέγεται για θάνατο από λοιμό, [[πανούκλα]], σε Ομήρ. Ιλ.· λέγεται για τον πόλεμο, στο ίδ.· χρησιμ. και για την [[καταστροφή]] των πλοίων, στο ίδ.
|lsmtext='''λοιγός:''' -οῦ, ὁ, [[καταστροφή]], [[ερήμωση]], [[βλάβη]], [[φθορά]], λέγεται για θάνατο από λοιμό, [[πανούκλα]], σε Ομήρ. Ιλ.· λέγεται για τον πόλεμο, στο ίδ.· χρησιμ. και για την [[καταστροφή]] των πλοίων, στο ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''λοιγός:'''<br /><b class="num">I</b> ὁ (по)гибель, уничтожение, беда Hom., Pind., Aesch.<br />несущий гибель, губительный ([[Ἄρης]] Anth.).
}}
}}
{{etym
{{etym