Anonymous

νεοδαμώδης: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ης, ες:<br />nouvellement admis parmi le peuple, <i>càd</i> au nombre des citoyens.<br />'''Étymologie:''' [[νέος]], [[δᾶμος]] <i>dor. c.</i> [[δῆμος]].
|btext=ης, ες:<br />nouvellement admis parmi le peuple, <i>càd</i> au nombre des citoyens.<br />'''Étymologie:''' [[νέος]], [[δᾶμος]] <i>dor. c.</i> [[δῆμος]].
}}
{{elru
|elrutext='''νεοδᾱμώδης:''' [[δᾶμος]] дор. = [[δῆμος]] только что принятый в число граждан Спарты, т. е. вольноотпущенный Plut.: δύναται τὸ νεοδαμῶδες [[ἐλεύθερον]] [[ἤδη]] εἶναι Thuc. (у лакедемонян) принятие в число граждан означает уже свободное состояние.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''νεοδᾱμώδης:''' -ες ([[νέος]], [[δᾶμος]] = [[δῆμος]]), σπαρτιατική [[λέξη]], αυτός που έγινε πρόσφατα [[πολίτης]] της Σπάρτης, σε Θουκ.· οι είλωτες ονομάζονταν <i>Νεοδαμώδεις</i> όταν απελευθερώνονταν για τις υπηρεσίες τους στον πόλεμο και πιθ. αποκτούσαν και ορισμένα [[πολιτικά]] δικαιώματα, σε Ξεν.
|lsmtext='''νεοδᾱμώδης:''' -ες ([[νέος]], [[δᾶμος]] = [[δῆμος]]), σπαρτιατική [[λέξη]], αυτός που έγινε πρόσφατα [[πολίτης]] της Σπάρτης, σε Θουκ.· οι είλωτες ονομάζονταν <i>Νεοδαμώδεις</i> όταν απελευθερώνονταν για τις υπηρεσίες τους στον πόλεμο και πιθ. αποκτούσαν και ορισμένα [[πολιτικά]] δικαιώματα, σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''νεοδᾱμώδης:''' [[δᾶμος]] дор. = [[δῆμος]] только что принятый в число граждан Спарты, т. е. вольноотпущенный Plut.: δύναται τὸ νεοδαμῶδες [[ἐλεύθερον]] [[ἤδη]] εἶναι Thuc. (у лакедемонян) принятие в число граждан означает уже свободное состояние.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=νεο-δᾱμώδης, ες [[νέος]], [[δᾶμος]] = [[δῆμος]]<br />a Spartan [[word]], [[newly]] [[enfranchised]], Thuc.; Helots were called Νεοδαμώδεις [[when]] set [[free]] for [[service]] in war, Xen.
|mdlsjtxt=νεο-δᾱμώδης, ες [[νέος]], [[δᾶμος]] = [[δῆμος]]<br />a Spartan [[word]], [[newly]] [[enfranchised]], Thuc.; Helots were called Νεοδαμώδεις [[when]] set [[free]] for [[service]] in war, Xen.
}}
}}