Anonymous

μεσημβρινός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> du milieu du jour, de midi;<br /><b>2</b> situé au midi ; τὰ μεσημβρινά THC les pays méridionaux ; ὁ μεσημβρινὸς [[κύκλος]] PLUT <i>ou simpl.</i> ὁ [[μεσημβρινός]] le méridien.<br />'''Étymologie:''' [[μεσημβρία]].
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> du milieu du jour, de midi;<br /><b>2</b> situé au midi ; τὰ μεσημβρινά THC les pays méridionaux ; ὁ μεσημβρινὸς [[κύκλος]] PLUT <i>ou simpl.</i> ὁ [[μεσημβρινός]] le méridien.<br />'''Étymologie:''' [[μεσημβρία]].
}}
{{elru
|elrutext='''μεσημβρῐνός:'''<br /><b class="num">1)</b> [[полуденный]], [[полдневный]] (θάλπη Aesch.): ὁ μ. [[ᾠδός]] Anth. = ὁ [[τέττιξ]]; κἂν ἔγρῃ μ. Arph. если ты проснешься в полдень;<br /><b class="num">2)</b> [[полуденный]], [[южный]] ([[κέλευθος]] Aesch.): ὁ μ. [[κύκλος]] Arst., Plut. меридиан.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μεσημβρῐνός:''' -ή, -όν, αντί [[μεσημερινός]], Δωρ. [[μεσαμβρινός]], <i>-ά</i>, <i>-όν</i>·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που ανήκει στο [[μεσημέρι]], [[μεσημβρινός]], [[μεσημεριάτικος]]· [[εὖτε]] [[πόντος]] ἐν μεσημβριναῖς κοίταις εὕδοι [[πεσών]], σε Αισχύλ.· <i>μεσημβρινοῖσι θάλπεσι</i>, στις μεσημεριάτικες ζέστες, στον ίδ.· ὁ μεσημβρινὸς [[ᾠδός]], λέγεται για τον τζίτζικα, σε Ανθ.· <i>τὸ μεσαμβρινόν</i>, [[μεσημέρι]], σε Θεόκρ.<br /><b class="num">II.</b> [[νότιος]], σε Αισχύλ., Θουκ.
|lsmtext='''μεσημβρῐνός:''' -ή, -όν, αντί [[μεσημερινός]], Δωρ. [[μεσαμβρινός]], <i>-ά</i>, <i>-όν</i>·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που ανήκει στο [[μεσημέρι]], [[μεσημβρινός]], [[μεσημεριάτικος]]· [[εὖτε]] [[πόντος]] ἐν μεσημβριναῖς κοίταις εὕδοι [[πεσών]], σε Αισχύλ.· <i>μεσημβρινοῖσι θάλπεσι</i>, στις μεσημεριάτικες ζέστες, στον ίδ.· ὁ μεσημβρινὸς [[ᾠδός]], λέγεται για τον τζίτζικα, σε Ανθ.· <i>τὸ μεσαμβρινόν</i>, [[μεσημέρι]], σε Θεόκρ.<br /><b class="num">II.</b> [[νότιος]], σε Αισχύλ., Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''μεσημβρῐνός:'''<br /><b class="num">1)</b> [[полуденный]], [[полдневный]] (θάλπη Aesch.): ὁ μ. [[ᾠδός]] Anth. = ὁ [[τέττιξ]]; κἂν ἔγρῃ μ. Arph. если ты проснешься в полдень;<br /><b class="num">2)</b> [[полуденный]], [[южный]] ([[κέλευθος]] Aesch.): ὁ μ. [[κύκλος]] Arst., Plut. меридиан.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj