Anonymous

μυθώδης: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ης, ες:<br />qui ressemble à une fiction, fabuleux : τὸ μυθῶδες PLUT caractère fabuleux d'une chose;<br /><i>Sp.</i> μυθωδέστατος.<br />'''Étymologie:''' [[μῦθος]], -ωδης.
|btext=ης, ες:<br />qui ressemble à une fiction, fabuleux : τὸ μυθῶδες PLUT caractère fabuleux d'une chose;<br /><i>Sp.</i> μυθωδέστατος.<br />'''Étymologie:''' [[μῦθος]], -ωδης.
}}
{{elru
|elrutext='''μῡθώδης:''' [[сказочный]], [[баснословный]] (λόγοι Isocr.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μῡθώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), [[θρυλικός]], [[μυθικός]], σε Πλάτ.· <i>τὸ μυθῶδες</i>, το [[πεδίο]] του μύθου, σε Θουκ.· <i>τὸ μὴ μυθῶδες αὐτῶν</i>, το [[μέρος]] από αυτά, που είναι σα να μην ανήκει στον μύθο, στον ίδ.
|lsmtext='''μῡθώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), [[θρυλικός]], [[μυθικός]], σε Πλάτ.· <i>τὸ μυθῶδες</i>, το [[πεδίο]] του μύθου, σε Θουκ.· <i>τὸ μὴ μυθῶδες αὐτῶν</i>, το [[μέρος]] από αυτά, που είναι σα να μην ανήκει στον μύθο, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''μῡθώδης:''' [[сказочный]], [[баснословный]] (λόγοι Isocr.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj