Anonymous

τίλμα: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  3 October 2022
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />poil épilé.<br />'''Étymologie:''' [[τίλλω]].
|btext=ατος (τό) :<br />poil épilé.<br />'''Étymologie:''' [[τίλλω]].
}}
{{elru
|elrutext='''τίλμα:''' ατος τό [[τίλλω]] клок: τίλματα τίλλειν Plut. рвать в клочья.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=το, ΝΑ [[τίλλω]]<br />[[μοτός]], [[ξαντό]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[στουπί]] από νήματα παλαιών λινών υφασμάτων και από ξέσματα βαμβακερών υφασμάτων που χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό μεταλλικών σκευών, μηχανημάτων ή ως [[γάζα]] σε περιπτώσεις τραυματισμών<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[τίλση]]<br /><b>2.</b> [[καθετί]] που μπορεί να αποσπαστεί ή να μαδηθεί<br /><b>3.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>τὰ τίλματα</i>- <b>ιατρ.</b> διαστρέμματα.
|mltxt=το, ΝΑ [[τίλλω]]<br />[[μοτός]], [[ξαντό]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[στουπί]] από νήματα παλαιών λινών υφασμάτων και από ξέσματα βαμβακερών υφασμάτων που χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό μεταλλικών σκευών, μηχανημάτων ή ως [[γάζα]] σε περιπτώσεις τραυματισμών<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[τίλση]]<br /><b>2.</b> [[καθετί]] που μπορεί να αποσπαστεί ή να μαδηθεί<br /><b>3.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>τὰ τίλματα</i>- <b>ιατρ.</b> διαστρέμματα.
}}
{{elru
|elrutext='''τίλμα:''' ατος τό [[τίλλω]] клок: τίλματα τίλλειν Plut. рвать в клочья.
}}
}}