Anonymous

σύμπνοος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=οος, οον;<br />animé d'un même souffle.<br />'''Étymologie:''' [[συμπνέω]].
|btext=οος, οον;<br />animé d'un même souffle.<br />'''Étymologie:''' [[συμπνέω]].
}}
{{elru
|elrutext='''σύμπνοος:''' стяж. [[σύμπνους]] 2 единодушный, проникнутый единством (ὁ [[κόσμος]] Plut.): σ. τινι Anth. единодушный с кем(чем)-л.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σύμπνοος:''' -ον, συνηρ. -πνους, -ουν ([[συμπνέω]]), αυτός που αναπνέει από κοινού, που συμφωνεί με, [[ομόγνωμος]], [[ομόψυχος]], <i>τινι</i>, σε Ανθ.
|lsmtext='''σύμπνοος:''' -ον, συνηρ. -πνους, -ουν ([[συμπνέω]]), αυτός που αναπνέει από κοινού, που συμφωνεί με, [[ομόγνωμος]], [[ομόψυχος]], <i>τινι</i>, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''σύμπνοος:''' стяж. [[σύμπνους]] 2 единодушный, проникнутый единством (ὁ [[κόσμος]] Plut.): σ. τινι Anth. единодушный с кем(чем)-л.
}}
}}