Anonymous

φέψαλος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />étincelle de cendre chaude, reste d'un feu mal éteint.<br />'''Étymologie:''' DELG d'une rac. *bhes- souffler.
|btext=ου (ὁ) :<br />étincelle de cendre chaude, reste d'un feu mal éteint.<br />'''Étymologie:''' DELG d'une rac. *bhes- souffler.
}}
{{elru
|elrutext='''φέψᾰλος:''' ὁ [[летящие искры]] (ἐξ ἀνθράκων Arph.; ὁ φ. καὶ ἡ [[τέφρα]] Arst.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''φέψᾰλος:''' -ου, ὁ, [[σπινθήρας]], [[κομμάτι]] από αναμμένα κάρβουνα, σε Αριστοφ.· <i>ἀσπὶς ἐν τῷ φεψάλῳ κρεμήσεται</i>, δηλ. θα κρεμαστεί πάνω από τη [[φωτιά]], λέγεται για πράγματα περιορισμένα και άχρηστα, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''φέψᾰλος:''' -ου, ὁ, [[σπινθήρας]], [[κομμάτι]] από αναμμένα κάρβουνα, σε Αριστοφ.· <i>ἀσπὶς ἐν τῷ φεψάλῳ κρεμήσεται</i>, δηλ. θα κρεμαστεί πάνω από τη [[φωτιά]], λέγεται για πράγματα περιορισμένα και άχρηστα, σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''φέψᾰλος:''' ὁ [[летящие искры]] (ἐξ ἀνθράκων Arph.; ὁ φ. καὶ ἡ [[τέφρα]] Arst.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj