Anonymous

φόρμιγξ: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ιγγος (ἡ) :<br />lyre <i>ou</i> petite harpe primitive, de trois, quatre, et plus tard, sept cordes.<br />'''Étymologie:''' [[φέρω]].
|btext=ιγγος (ἡ) :<br />lyre <i>ou</i> petite harpe primitive, de trois, quatre, et plus tard, sept cordes.<br />'''Étymologie:''' [[φέρω]].
}}
{{elru
|elrutext='''φόρμιγξ:''' ιγγος ἡ форминга (род кифары или арфы с 3-7 струнами) Hom., HH, Hes., Pind., Eur., Arph. etc.: φ. [[ἄχορδος]] Arst. = [[τόξον]].
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 27: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''φόρμιγξ:''' -ιγγος, ἡ, [[φόρμιγγα]], είδος λύρας ή άρπας, το αρχαιότερο πνευστό όργανο των Ελλήνων, [[ιδίως]] γνωστό ως το όργανο του Απόλλωνα, σε Όμηρ.· με [[επτά]] χορδές ([[μετά]] από την [[εποχή]] του Τέρπανδου), σε Πίνδ. (Συνήθως αναφέρεται στο [[φέρω]], σαν να ήταν φορητή [[λύρα]]· πιθανότερα από √<i>ΦΡΕΜ</i>, Λατ. [[fremo]], ηχώ).
|lsmtext='''φόρμιγξ:''' -ιγγος, ἡ, [[φόρμιγγα]], είδος λύρας ή άρπας, το αρχαιότερο πνευστό όργανο των Ελλήνων, [[ιδίως]] γνωστό ως το όργανο του Απόλλωνα, σε Όμηρ.· με [[επτά]] χορδές ([[μετά]] από την [[εποχή]] του Τέρπανδου), σε Πίνδ. (Συνήθως αναφέρεται στο [[φέρω]], σαν να ήταν φορητή [[λύρα]]· πιθανότερα από √<i>ΦΡΕΜ</i>, Λατ. [[fremo]], ηχώ).
}}
{{elru
|elrutext='''φόρμιγξ:''' ιγγος ἡ форминга (род кифары или арфы с 3-7 струнами) Hom., HH, Hes., Pind., Eur., Arph. etc.: φ. [[ἄχορδος]] Arst. = [[τόξον]].
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj