Anonymous

φύλακος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
 
Line 4: Line 4:
{{bailly
{{bailly
|btext=<span class="bld">1</span>ου (ὁ) :<br /><i>c.</i> [[φυλακός]].<br /><span class="bld">2</span><i>gén. sg. de</i> [[φύλαξ]].
|btext=<span class="bld">1</span>ου (ὁ) :<br /><i>c.</i> [[φυλακός]].<br /><span class="bld">2</span><i>gén. sg. de</i> [[φύλαξ]].
}}
{{elru
|elrutext='''φύλᾰκος:''' или φῠλᾰκός ὁ Hom., Her., Theocr. = [[φύλαξ]] II.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 13: Line 16:
{{grml
{{grml
|mltxt=-άκου, ὁ, Α<br />(επικ. και ιων. τ.) [[φύλακας]], [[φρουρός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παρλλ. τ. της λ. [[φύλαξ]], με [[μετάσταση]] στη θεματική [[κλίση]], ο [[οποίος]] απαντά πιθ. και στη Μυκηναϊκή στον τ. <i>purako</i>. Η λ. χρησιμοποιείται και ως ανθρωπωνύμιο].
|mltxt=-άκου, ὁ, Α<br />(επικ. και ιων. τ.) [[φύλακας]], [[φρουρός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παρλλ. τ. της λ. [[φύλαξ]], με [[μετάσταση]] στη θεματική [[κλίση]], ο [[οποίος]] απαντά πιθ. και στη Μυκηναϊκή στον τ. <i>purako</i>. Η λ. χρησιμοποιείται και ως ανθρωπωνύμιο].
}}
{{elru
|elrutext='''φύλᾰκος:''' или φῠλᾰκός ὁ Hom., Her., Theocr. = [[φύλαξ]] II.
}}
}}