Anonymous

φιλοπονία: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />amour du travail, habitudes laborieuses.<br />'''Étymologie:''' [[φιλόπονος]].
|btext=ας (ἡ) :<br />amour du travail, habitudes laborieuses.<br />'''Étymologie:''' [[φιλόπονος]].
}}
{{elru
|elrutext='''φιλοπονία:''' ἡ [[трудолюбие]], [[усердие]], [[прилежание]] Plat., Polyb.: ἡ περί τι φ. Isocr. и ἡ φ. τινός Dem. усиленная работа над чем-л.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''φῐλοπονία:''' ἡ, [[αγάπη]] για δουλειά, [[εργατικότητα]], [[δραστηριότητα]], σε Πλάτ.· [[φιλοπονία]] τινός, κοπιαστική δουλειά για κάποιο [[πράγμα]], σε Δημ.
|lsmtext='''φῐλοπονία:''' ἡ, [[αγάπη]] για δουλειά, [[εργατικότητα]], [[δραστηριότητα]], σε Πλάτ.· [[φιλοπονία]] τινός, κοπιαστική δουλειά για κάποιο [[πράγμα]], σε Δημ.
}}
{{elru
|elrutext='''φιλοπονία:''' ἡ [[трудолюбие]], [[усердие]], [[прилежание]] Plat., Polyb.: ἡ περί τι φ. Isocr. и ἡ φ. τινός Dem. усиленная работа над чем-л.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj