3,277,121
edits
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ή, όν :<br />qui concerne la gale <i>ou</i> les éruptions galeuses ; τὰ ψωρικά PLUT les affections cutanées.<br />'''Étymologie:''' [[ψώρα]]. | |btext=ή, όν :<br />qui concerne la gale <i>ou</i> les éruptions galeuses ; τὰ ψωρικά PLUT les affections cutanées.<br />'''Étymologie:''' [[ψώρα]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ψωρικός:''' мед. накожный (ἐξανθήματα Plut.). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 21: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό / [[ψωρικός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[ψώρα]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην [[ψώρα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (το ουδ.ως ουσ.) <i>τὸ ψωρικόν</i><br />αντιψωρικό [[φάρμακο]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. στον πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τά ψωρικά</i><br />δερματικές ασθένειες. | |mltxt=-ή, -ό / [[ψωρικός]], -ή, -όν, ΝΜΑ [[ψώρα]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην [[ψώρα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (το ουδ.ως ουσ.) <i>τὸ ψωρικόν</i><br />αντιψωρικό [[φάρμακο]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. στον πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τά ψωρικά</i><br />δερματικές ασθένειες. | ||
}} | }} |