Anonymous

ἀκάρπωτος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />dont on ne recueille aucun fruit, stérile ; <i>fig.</i> χρησμὸς [[ἀκάρπωτος]] ESCHL oracle qui n’est pas accompli ; ψευσθεῖσα χάριν ἀκάρπωτον νίκας SOPH frustrée de la récompense d'une victoire dont elle n’a pas recueilli le fruit.<br />'''Étymologie:''' [[ἀ]], [[καρπόω]].
|btext=ος, ον :<br />dont on ne recueille aucun fruit, stérile ; <i>fig.</i> χρησμὸς [[ἀκάρπωτος]] ESCHL oracle qui n’est pas accompli ; ψευσθεῖσα χάριν ἀκάρπωτον νίκας SOPH frustrée de la récompense d'une victoire dont elle n’a pas recueilli le fruit.<br />'''Étymologie:''' [[ἀ]], [[καρπόω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀκάρπωτος:''' досл. бесплодный, перен. безрезультатный, напрасный ([[χρησμός]] Eur.; νίκας [[χάρις]] Soph.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀκάρπωτος:''' -ον ([[καρπόω]]), αυτός που δεν γίνεται [[καρποφόρος]], που δεν παράγει καρπούς, [[άκαρπος]]· λέγεται για χρησμό, [[άκαρπος]], [[ανεκπλήρωτος]], σε Αισχύλ.· νίκαςἀκάρπωτον [[χάριν]], λόγω νίκης που δεν απέδωσε κανέναν καρπό, κανένα όφελος, σε Σοφ.
|lsmtext='''ἀκάρπωτος:''' -ον ([[καρπόω]]), αυτός που δεν γίνεται [[καρποφόρος]], που δεν παράγει καρπούς, [[άκαρπος]]· λέγεται για χρησμό, [[άκαρπος]], [[ανεκπλήρωτος]], σε Αισχύλ.· νίκαςἀκάρπωτον [[χάριν]], λόγω νίκης που δεν απέδωσε κανέναν καρπό, κανένα όφελος, σε Σοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀκάρπωτος:''' досл. бесплодный, перен. безрезультатный, напрасный ([[χρησμός]] Eur.; νίκας [[χάρις]] Soph.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj