Anonymous

ἀριθμητικός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />qui concerne les nombres ; ἡ ἀριθμητική ([[τέχνη]]) PLAT l'art de compter, l'arithmétique.<br />'''Étymologie:''' [[ἀριθμέω]].
|btext=ή, όν :<br />qui concerne les nombres ; ἡ ἀριθμητική ([[τέχνη]]) PLAT l'art de compter, l'arithmétique.<br />'''Étymologie:''' [[ἀριθμέω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀριθμητικός:'''<br /><b class="num">1)</b> [[искусный в счете]] Plat., Plut.;<br /><b class="num">2)</b> [[числовой]], [[арифметический]] ([[ἀναλογία]], [[μεσότης]] Arst.);<br /><b class="num">3)</b> [[счетный]] ([[ἐπιστήμη]] Plut.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 27: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀριθμητικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή ταιριάζει στην [[αρίθμηση]], [[αριθμητικός]], [[υπολογιστικός]], σε Πλάτ.· <i>ἡ ἀριθμητική</i> (ενν. [[τέχνη]]), η αριθμητική, στον ίδ.
|lsmtext='''ἀριθμητικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή ταιριάζει στην [[αρίθμηση]], [[αριθμητικός]], [[υπολογιστικός]], σε Πλάτ.· <i>ἡ ἀριθμητική</i> (ενν. [[τέχνη]]), η αριθμητική, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀριθμητικός:'''<br /><b class="num">1)</b> [[искусный в счете]] Plat., Plut.;<br /><b class="num">2)</b> [[числовой]], [[арифметический]] ([[ἀναλογία]], [[μεσότης]] Arst.);<br /><b class="num">3)</b> [[счетный]] ([[ἐπιστήμη]] Plut.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[from [[ἀριθμέω]]<br />of or for [[reckoning]], [[arithmetical]], Plat.: ἡ ἀριθμητική (sc. [[τέχνη]]) [[arithmetic]], Plat.
|mdlsjtxt=[from [[ἀριθμέω]]<br />of or for [[reckoning]], [[arithmetical]], Plat.: ἡ ἀριθμητική (sc. [[τέχνη]]) [[arithmetic]], Plat.
}}
}}