3,274,919
edits
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=όεσσα, όεν;<br />relevé <i>ou</i> bombé dans son milieu comme un nombril.<br />'''Étymologie:''' [[ὀμφαλός]]. | |btext=όεσσα, όεν;<br />relevé <i>ou</i> bombé dans son milieu comme un nombril.<br />'''Étymologie:''' [[ὀμφαλός]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ὀμφᾰλόεις:''' όεσσα, όεν снабженный в середине острым выступом, шишковатый ([[ἀσπίς]] Hom.); снабженный посредине стержнем ([[ζυγόν]] Hom.): οἰμωγαὶ ὀμφαλόεσσαι шутл. Arph. шишковатые завывания (т. е. гомеровские песни, о бряцающих ἀσπίδες ὀμφαλόεσσαι). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 27: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ὀμφᾰλόεις:''' -εσσα, -εν, αυτός που έχει αφαλό ή στρογγυλό [[κόσμημα]], <i>ἀσπίδος ὀμφαλοέσσης</i>, λέγεται για [[ασπίδα]] που στο [[κέντρο]] της είναι κυρτή, σε Ομήρ. Ιλ.· <i>ζυγὸν ὀμφαλόεν</i>, [[ζυγός]] βοδιών ή αλόγων που στο [[μέσο]] του έχει μικρό στρογγυλό [[κοίλωμα]], στο ίδ. | |lsmtext='''ὀμφᾰλόεις:''' -εσσα, -εν, αυτός που έχει αφαλό ή στρογγυλό [[κόσμημα]], <i>ἀσπίδος ὀμφαλοέσσης</i>, λέγεται για [[ασπίδα]] που στο [[κέντρο]] της είναι κυρτή, σε Ομήρ. Ιλ.· <i>ζυγὸν ὀμφαλόεν</i>, [[ζυγός]] βοδιών ή αλόγων που στο [[μέσο]] του έχει μικρό στρογγυλό [[κοίλωμα]], στο ίδ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=ὀμφᾰλόεις, εσσα, εν<br />having a [[navel]] or [[boss]], ἀσπίδος ὀμφαλοέσσης of the [[shield]] with a [[central]] [[boss]], Il.; ζυγὸν ὀμφαλόεν a [[yoke]] with a knob on the top, Il. | |mdlsjtxt=ὀμφᾰλόεις, εσσα, εν<br />having a [[navel]] or [[boss]], ἀσπίδος ὀμφαλοέσσης of the [[shield]] with a [[central]] [[boss]], Il.; ζυγὸν ὀμφαλόεν a [[yoke]] with a knob on the top, Il. | ||
}} | }} |