Anonymous

ὀρυμαγδός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />grand bruit, bruit retentissant.<br />'''Étymologie:''' DELG [[ὠρύομαι]], avec suff. -δος comme dans d’autres mots désignant des bruit, [[κέλαδος]], [[ῥοῖβδος]], [[χρόμαδος]].
|btext=οῦ (ὁ) :<br />grand bruit, bruit retentissant.<br />'''Étymologie:''' DELG [[ὠρύομαι]], avec suff. -δος comme dans d’autres mots désignant des bruit, [[κέλαδος]], [[ῥοῖβδος]], [[χρόμαδος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὀρῠμαγδός:''' ὁ [[грохот]], [[шум]] Hom., Hes., Plut.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 27: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὀρῠμαγδός:''' ὁ, [[δυνατός]] [[θόρυβος]], [[βρόντος]], [[πάταγος]], σε Όμηρ.· <i>ὀρυμαγδὸς δρυτόμων</i>, [[θόρυβος]] που προκαλούν ξυλοκόποι, σε Ομήρ. Ιλ.· [[κρότος]] που προκαλείται από τη [[ρίψη]] ενός δεματιού ξύλων στο [[έδαφος]], σε Ομήρ. Οδ.· λέγεται για τη [[βοή]] του χειμάρρου, σε Ομήρ. Ιλ. (ηχομιμ. [[λέξη]]).
|lsmtext='''ὀρῠμαγδός:''' ὁ, [[δυνατός]] [[θόρυβος]], [[βρόντος]], [[πάταγος]], σε Όμηρ.· <i>ὀρυμαγδὸς δρυτόμων</i>, [[θόρυβος]] που προκαλούν ξυλοκόποι, σε Ομήρ. Ιλ.· [[κρότος]] που προκαλείται από τη [[ρίψη]] ενός δεματιού ξύλων στο [[έδαφος]], σε Ομήρ. Οδ.· λέγεται για τη [[βοή]] του χειμάρρου, σε Ομήρ. Ιλ. (ηχομιμ. [[λέξη]]).
}}
{{elru
|elrutext='''ὀρῠμαγδός:''' ὁ [[грохот]], [[шум]] Hom., Hes., Plut.
}}
}}
{{etym
{{etym