Anonymous

βάκχειος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "εῑ" to "εῖ"
m (Text replacement - "as ''Subst.''" to "as substantive")
m (Text replacement - "εῑ" to "εῖ")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[βάκχειος]] και [[βακχεῑος]] και [[Βάκχιος]], -α, -ον (Α)<br /> <b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Βάκχο ή στις τελετές του<br /> <b>2.</b> [[μανιώδης]], [[ενθουσιώδης]]<br /> <b>3.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> [[Βάκχιος]], ο<br /> [[Βάκχος]]<br /> β) ο <i>βακχεῑος</i>, (ενν. [[πους]])<br /> [[μετρική]] [[μονάδα]] με [[τρεις]] συλλαβές - - ∪ ή ∪ - -.
|mltxt=[[βάκχειος]] και [[βακχεῖος]] και [[Βάκχιος]], -α, -ον (Α)<br /> <b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Βάκχο ή στις τελετές του<br /> <b>2.</b> [[μανιώδης]], [[ενθουσιώδης]]<br /> <b>3.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> [[Βάκχιος]], ο<br /> [[Βάκχος]]<br /> β) ο <i>βακχεῖος</i>, (ενν. [[πους]])<br /> [[μετρική]] [[μονάδα]] με [[τρεις]] συλλαβές - - ∪ ή ∪ - -.
}}
}}