3,274,410
edits
mNo edit summary |
m (Text replacement - "εῑ" to "εῖ") |
||
Line 35: | Line 35: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κλῑμαξ''': -ᾰκος, ἡ, ([[κλίνω]]) «[[σκάλα]]» (ὀνομασθεῖσα [[οὕτως]] ὡς κεκλιμένη πλαγίως), Ὀδ. Α. 330, Κ. 558, κτλ.· ― κλῖμαξ κινητὴ πολεμική, Θουκ. 3. 23, Ξεν. Ἑλλ. 7. 2, 7, κτλ.· καὶ κλίμακος προσαμβάσεις ἐν Αἰσχύλ. Θήβ. 466, πρβλ. Εὐριπ. Φοιν. 489· κλίμακας προσβάλλειν Εὐρ. Ἱκέτ. 495· προστιθέναι Θουκ. ἔνθ’ ἀνωτ.· ― κλῖμαξ πλοίου, ἀλλαχοῦ [[ἀποβάθρα]], Εὐρ. Ι. Τ. 1351, 1382, Θεόκρ. 22. 30· ― κλῖμαξ ἑλικτή, περιελισσομένη, [[ἑλικοειδής]], κλῖμαξ στυππίνη, ἐκ σχοινίου, Ἀρχ. Μαθ. σ. 102. ΙΙ. κλιμακοειδὲς κολαστήριον [[ὄργανον]], Ἀριστοφ. Βάτρ. 618. 2) ἕτερον ἐν χρήσει πρὸς θεραπείαν ἐξαρθρώσεων, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 808· κλῖμαξ ἔχουσα κλιμακτῆρας, δηλ. βαθμίδας, [[ἤτοι]] ξυλίνας διαδοκίδας, [[αὐτόθι]] 838· ἀντὶ τοῦ κλιμακτὴρ ὁ αὐτὸς μεταχειρίζεται [[ἐπίσης]] καὶ τὴν λέξιν [[κλιμάκιον]], [[αὐτόθι]] 782· πρβλ. Γαλην. Λεξ. Ἱππ. 502. ΙΙΙ. ἐν Σοφ. Τρ. 521, κλίμακες ἀμφίπλεκτοι | |lstext='''κλῑμαξ''': -ᾰκος, ἡ, ([[κλίνω]]) «[[σκάλα]]» (ὀνομασθεῖσα [[οὕτως]] ὡς κεκλιμένη πλαγίως), Ὀδ. Α. 330, Κ. 558, κτλ.· ― κλῖμαξ κινητὴ πολεμική, Θουκ. 3. 23, Ξεν. Ἑλλ. 7. 2, 7, κτλ.· καὶ κλίμακος προσαμβάσεις ἐν Αἰσχύλ. Θήβ. 466, πρβλ. Εὐριπ. Φοιν. 489· κλίμακας προσβάλλειν Εὐρ. Ἱκέτ. 495· προστιθέναι Θουκ. ἔνθ’ ἀνωτ.· ― κλῖμαξ πλοίου, ἀλλαχοῦ [[ἀποβάθρα]], Εὐρ. Ι. Τ. 1351, 1382, Θεόκρ. 22. 30· ― κλῖμαξ ἑλικτή, περιελισσομένη, [[ἑλικοειδής]], κλῖμαξ στυππίνη, ἐκ σχοινίου, Ἀρχ. Μαθ. σ. 102. ΙΙ. κλιμακοειδὲς κολαστήριον [[ὄργανον]], Ἀριστοφ. Βάτρ. 618. 2) ἕτερον ἐν χρήσει πρὸς θεραπείαν ἐξαρθρώσεων, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 808· κλῖμαξ ἔχουσα κλιμακτῆρας, δηλ. βαθμίδας, [[ἤτοι]] ξυλίνας διαδοκίδας, [[αὐτόθι]] 838· ἀντὶ τοῦ κλιμακτὴρ ὁ αὐτὸς μεταχειρίζεται [[ἐπίσης]] καὶ τὴν λέξιν [[κλιμάκιον]], [[αὐτόθι]] 782· πρβλ. Γαλην. Λεξ. Ἱππ. 502. ΙΙΙ. ἐν Σοφ. Τρ. 521, κλίμακες ἀμφίπλεκτοι κεῖται ἐπί τινος παλαιστικοῦ τεχνάσματος, [[ὅπερ]] κατὰ διαφόρους τρόπους ἑρμηνεύεται, ἴδε Ἕρμανν., [[ὅστις]] παραβάλλει, Ὁβιδ. Μεταμορφ. 9. 51 κἑξ.· πρβλ. [[κλιμακίζω]], ἴδε καὶ σημείωσιν Jebb. ἐν τόπῳ. IV. ἐν τῇ Ρητορικῇ, κλῖμαξ, ἡ βαθμιαία [[ἀνάβασις]] ἀπὸ ἀσθενεστέρων ἐκφράσεων εἰς ἰσχυροτέρας, Λατ. gradatio, ὡς παρὰ Δημ. 228. 9 κἑξ.· οὕτω παρὰ Κικέρωνι abiit, evasit, erubit· πρβλ. de Orat. 3. 54, Λογγῖνος 23, Κοϊντιλλ. 9. 3. V. [[μέρος]] τοῦ ἅρματος, πρόμηκες [[ξύλον]] τεθειμένον [[ὑπεράνω]] τοῦ ἄξονος, στενούμενον πρὸς τὰ ἄνω [[κλιμακηδόν]], Ἀρρ. Ἀν. 5. 7. 11, πρβλ. Πολυδ. Α΄, 253. VI. [[φέρετρον]], πρβλ. [[κλιμακοφόρος]] 2. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj |