Anonymous

ουτάω: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  13 October 2022
m
Text replacement - "εῑ" to "εῖ"
(30)
 
m (Text replacement - "εῑ" to "εῖ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[οὐτάω]] και οὔτημι και [[οὐτάζω]] (Α)<br /><b>1.</b> [[χτυπώ]] με όπλο, [[τραυματίζω]] (α. «πολλοὶ δ' οὐτάζοντο κατὰ [[χρόα]] νηλέι χαλκῷ» <b>Ομ. Ιλ.</b><br />β. «[[οὖτα]] δὲ δουρὶ παρ' ὀμφαλόν», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> [[χτυπώ]] με το [[χέρι]] και [[τραυματίζω]] («Κύπριδα μὲν [[πρῶτα]] σχεδὸν οὔτασε χεῑρ' ἐπὶ καρπῷ», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>3.</b> [[πλήττω]] με κεραυνό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Κατά μία [[άποψη]], το ρ. συνδέεται με τη λ. [[ὠτειλή]] «[[τραύμα]]» (<b>πρβλ.</b> <i>οὐταμένην ὠτειλήν</i>), ενώ κατ' άλλους πρόκειται για δάνεια λ.].
|mltxt=[[οὐτάω]] και οὔτημι και [[οὐτάζω]] (Α)<br /><b>1.</b> [[χτυπώ]] με όπλο, [[τραυματίζω]] (α. «πολλοὶ δ' οὐτάζοντο κατὰ [[χρόα]] νηλέι χαλκῷ» <b>Ομ. Ιλ.</b><br />β. «[[οὖτα]] δὲ δουρὶ παρ' ὀμφαλόν», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> [[χτυπώ]] με το [[χέρι]] και [[τραυματίζω]] («Κύπριδα μὲν [[πρῶτα]] σχεδὸν οὔτασε χεῖρ' ἐπὶ καρπῷ», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>3.</b> [[πλήττω]] με κεραυνό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Κατά μία [[άποψη]], το ρ. συνδέεται με τη λ. [[ὠτειλή]] «[[τραύμα]]» (<b>πρβλ.</b> <i>οὐταμένην ὠτειλήν</i>), ενώ κατ' άλλους πρόκειται για δάνεια λ.].
}}
}}