Anonymous

ὀλιγηπελέων: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "εῑ" to "εῖ"
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "εῑ" to "εῖ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὀλιγηπελέων]], -ουσα (Α)<br />αυτός που έχει λίγη [[δύναμη]], [[αδύναμος]], [[ασθενής]], [[λιπόθυμος]] («ὁ δ' ἄρ [[ἄπνευστος]] καὶ [[ἄναυδος]] κεῑτ' [[ὀλιγηπελέων]]», <b>Ομ. Οδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μτχ. σχηματισμένη από το επίθ. [[ὀλιγηπελής]] για μετρικούς λόγους (<b>πρβλ.</b> [[δυσμενής]]: <i>δυσμενέοντες</i>, [[ὀλιγοδρανής]]: [[ὀλιγοδρανέων]])].
|mltxt=[[ὀλιγηπελέων]], -ουσα (Α)<br />αυτός που έχει λίγη [[δύναμη]], [[αδύναμος]], [[ασθενής]], [[λιπόθυμος]] («ὁ δ' ἄρ [[ἄπνευστος]] καὶ [[ἄναυδος]] κεῖτ' [[ὀλιγηπελέων]]», <b>Ομ. Οδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μτχ. σχηματισμένη από το επίθ. [[ὀλιγηπελής]] για μετρικούς λόγους (<b>πρβλ.</b> [[δυσμενής]]: <i>δυσμενέοντες</i>, [[ὀλιγοδρανής]]: [[ὀλιγοδρανέων]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm