Anonymous

μύρον: Difference between revisions

From LSJ
629 bytes added ,  14 October 2022
CSV import
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
(CSV import)
Line 48: Line 48:
{{WoodhouseReversedUncategorized
{{WoodhouseReversedUncategorized
|woodrun=[[ointment]], [[unguent]], [[essences]], [[prepared scent]], [[scented oil]], [[scented ointment]], [[scents]]
|woodrun=[[ointment]], [[unguent]], [[essences]], [[prepared scent]], [[scented oil]], [[scented ointment]], [[scents]]
}}
{{mantoulidis
|mantxt=(=[[ἄρωμα]]). Σχετίζεται με τό [[σμύρις]] (=σκόνη ἀπό σκληρή [[πέτρα]] γιά λιθοξόους), ἀκόμη μέ τό [[μορύσσω]] (=[[μολύνω]]). Ἴσως ἀπό τό [[μύρω]] (=[[στάζω]]), ἤ ἀπό τό [[μύρρα]] (=εὐωδιαστός [[χυμός]]). Ἡ [[ἀρχή]] τῆς λέξης εἶναι ξενική.<br><b>Παράγωγα:</b> [[μυρίζω]], [[μυρισμός]], [[μύρισμα]], [[μυριστικός]], [[μυρόω]], [[μυρεψός]] (=αὐτός πού παρασκευάζει μύρα).
}}
}}