Anonymous

ἠρέμα: Difference between revisions

From LSJ
CSV import
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
(CSV import)
Line 39: Line 39:
{{WoodhouseReversedUncategorized
{{WoodhouseReversedUncategorized
|woodrun=[[calmly]], [[quietly]]
|woodrun=[[calmly]], [[quietly]]
}}
{{mantoulidis
|mantxt=καί [[ἠρέμας]] μπροστά ἀπό φωνήεντο (=[[ἥσυχα]], [[σιγά]]). Ἀπό ρίζα ϝραμ + προθεματικό α → αϝραμ → ἀραμ καί μέ μετάπτωση → ἠρεμ+α → [[ἠρέμα]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[ἠρεμαῖος]], ἠρεμῶ, [[ἠρέμησις]], κατηρέμησις, [[ἠρεμία]], [[ἠρεμίζω]] καί τό ἐπίθ. [[ἤρεμος]].
}}
}}