Anonymous

ἀδέκαστος: Difference between revisions

From LSJ
CSV import
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
(CSV import)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀδέκαστος:''' -ον ([[δεκάζω]]), αυτός που δεν δωροδοκείται, σε Αριστ.· συγκρ. επίρρ. <i>-ότερον</i>, σε Λουκ.
|lsmtext='''ἀδέκαστος:''' -ον ([[δεκάζω]]), αυτός που δεν δωροδοκείται, σε Αριστ.· συγκρ. επίρρ. <i>-ότερον</i>, σε Λουκ.
}}
{{mantoulidis
|mantxt=(=[[ἀδωροδόκητος]], αὐτός πού δέ δωροδοκεῖται). Ἀπό τό α στερητ. + δεκάζομαι (=[[δέχομαι]] δῶρα).
}}
}}