Anonymous

θαυματουργός: Difference between revisions

From LSJ
CSV import
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
(CSV import)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[θαματουργός]], -ή, -ό (AM [[θαυματουργός]], -όν)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που φέρει αξιοθαύμαστα αποτελέσματα, ο πολύ [[αποτελεσματικός]] («θαυματουργό [[φάρμακο]]»)<br /><b>2.</b> ο [[αριστοτέχνης]] στο επάγγελμά του<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />αυτός που κάνει θαύματα («θαυματουργή [[εικόνα]]»)<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που κάνει θαυμάσια ακροβατικά. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[θαυματουργός]] και -<i>ά</i><br />με θαυματουργό τρόπο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θαύμα]], -<i>ατος</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>ουργός</i> (<span style="color: red;"><</span> [[έργον]]), [[πρβλ]]. [[ελαιουργός]], [[ξυλουργός]]].
|mltxt=και [[θαματουργός]], -ή, -ό (AM [[θαυματουργός]], -όν)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που φέρει αξιοθαύμαστα αποτελέσματα, ο πολύ [[αποτελεσματικός]] («θαυματουργό [[φάρμακο]]»)<br /><b>2.</b> ο [[αριστοτέχνης]] στο επάγγελμά του<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />αυτός που κάνει θαύματα («θαυματουργή [[εικόνα]]»)<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που κάνει θαυμάσια ακροβατικά. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[θαυματουργός]] και -<i>ά</i><br />με θαυματουργό τρόπο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θαύμα]], -<i>ατος</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>ουργός</i> (<span style="color: red;"><</span> [[έργον]]), [[πρβλ]]. [[ελαιουργός]], [[ξυλουργός]]].
}}
{{mantoulidis
|mantxt=Ἀπό τό [[θαῦμα]] + [[ἔργω]]. Δές στό [[ρῆμα]] [[ἐργάζομαι]] καί στή λέξη [[θαῦμα]] γιά περισσότερα παράγωγα.
}}
}}