Anonymous

ἰσχύς: Difference between revisions

From LSJ
CSV import
(CSV import)
Tags: Mobile edit Mobile web edit
(CSV import)
Line 57: Line 57:
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=(=δύναμη). ϝισχύς = [[ἰσχύς]]. Ἔχει σχέση μέ τό [[ἴσχω]] = [[ἔχω]]. Ἀμφίβολο [[ἄν]] παράγεται ἀπό τό ϝις = [[ἴς]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[ἰσχύω]], [[ἐνίσχυσις]], κατίσχυσις, [[ἰσχυτήριος]] (=[[δυναμωτικός]]), [[ἰσχυρός]], [[ἰσχυρότης]], ἰσχυρῶ (=στεριώνω), ἰσχυροποιῶ (=δυναμώνω), [[ἰσχυρίζομαι]], [[ἰσχύρησις]], [[ἰσχυριστέον]], [[ἰσχυριείω]] (ἐφετ. = ἐπιθυμῶ νά ἰσχυριστῶ), [[ἰσχυρογνώμων]].
|mantxt=(=δύναμη). ϝισχύς = [[ἰσχύς]]. Ἔχει σχέση μέ τό [[ἴσχω]] = [[ἔχω]]. Ἀμφίβολο [[ἄν]] παράγεται ἀπό τό ϝις = [[ἴς]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[ἰσχύω]], [[ἐνίσχυσις]], κατίσχυσις, [[ἰσχυτήριος]] (=[[δυναμωτικός]]), [[ἰσχυρός]], [[ἰσχυρότης]], ἰσχυρῶ (=στεριώνω), ἰσχυροποιῶ (=δυναμώνω), [[ἰσχυρίζομαι]], [[ἰσχύρησις]], [[ἰσχυριστέον]], [[ἰσχυριείω]] (ἐφετ. = ἐπιθυμῶ νά ἰσχυριστῶ), [[ἰσχυρογνώμων]].
}}
{{elmes
|esmgtx=ἡ [[poder]] de un dios εἴσελθε, φάνηθί μοι, κύριε, ὁ ἐν πυρὶ τὴν δύναμιν καὶ τὴν ἰσχὺν ἔχων <b class="b3">ven, muéstrate a mí, señor, el que tiene en el fuego la fuerza y el poder</b> P IV 1025 χώρει, δέσποτα, εἰς τοὺς σοὺς τόπους, εἰς τὰ σὰ βασίλεια καταλείψας ἡμῖν τὴν ἰσχὺν καὶ τὴν εἰς σὲ εἰσάκουσιν <b class="b3">vete, señor, a tus lugares, a tu reino, dejándonos el poder y la capacidad de oírte</b> P II 182 δός μοί σου τὴν ἰσχύν, ἰὼ Ἀβρασάξ, δός μοί σου τὴν ἰσχύν <b class="b3">dame tu poder, io Abrasax, dame tu poder</b> P LXIX 1
}}
}}