Anonymous

σκῦτος: Difference between revisions

From LSJ
CSV import
(CSV import)
(CSV import)
Line 55: Line 55:
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=τό (=[[δέρμα]], πετσί, τομάρι). Καί [[κύτος]] (=[[δέρμα]]). Ἀπό ρίζα σκυ-, ἴδια μέ τοῦ [[σκεῦος]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[σκυτάριον]] (ὑποκορ.), [[σκυτεύω]] (=εἶμαι τσαγγάρης), [[σκυτεύς]], [[σκυτεία]], [[σκυτεῖον]] (=ὑποδηματοποιεῖον), [[σκύτευσις]], [[σκυτικός]], [[σκύτινος]] (=[[δερμάτινος]]), [[σκυτοτόμος]] (=τσαγγάρης), [[σκυτοτομία]], σκυτοτομῶ, [[σκυτοτομεῖον]], [[σκυτόω]] (=πετσώνω), [[σκυτώδης]].
|mantxt=τό (=[[δέρμα]], πετσί, τομάρι). Καί [[κύτος]] (=[[δέρμα]]). Ἀπό ρίζα σκυ-, ἴδια μέ τοῦ [[σκεῦος]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[σκυτάριον]] (ὑποκορ.), [[σκυτεύω]] (=εἶμαι τσαγγάρης), [[σκυτεύς]], [[σκυτεία]], [[σκυτεῖον]] (=ὑποδηματοποιεῖον), [[σκύτευσις]], [[σκυτικός]], [[σκύτινος]] (=[[δερμάτινος]]), [[σκυτοτόμος]] (=τσαγγάρης), [[σκυτοτομία]], σκυτοτομῶ, [[σκυτοτομεῖον]], [[σκυτόω]] (=πετσώνω), [[σκυτώδης]].
}}
{{elmes
|esmgtx=τό [[látigo]] símbolo de la divinidad suprema τὸν δὲ θεὸν ὄψῃ ... τῇ δὲ ἀριστερᾷ <κρατοῦντα> σ., βασταζόμενον ὑπὸ βʹ ἀγγέλων ταῖς χερσίν <b class="b3">verás al dios sosteniendo un látigo en la mano izquierda, levantado por las manos de dos ángeles</b> P IV 1112 de Harpócrates γράψας ἐπὶ τῆς γῆς Ἁρποκράτην ἔχοντα ... τῇ εὐωνύμῳ σκῦτος δεδραγμένον καὶ ἅρπην <b class="b3">dibuja en la tierra a Harpócrates llevando en la mano izquierda un látigo y una hoz</b> P III 708
}}
}}