Anonymous

σφίγγω: Difference between revisions

From LSJ
CSV import
m (Text replacement - "<span class="bibl">LXX" to "<span class="bibl">LXX")
(CSV import)
Line 42: Line 42:
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=Θέμα σφίγ + jω → [[σφίγγω]]. Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: [[σφιγκτήρ]] (=[[δεσμός]]), [[σφιγκτός]], [[σφίγκτωρ]], [[σφίγμα]], [[σφιγμός]], [[Σφίγξ]], Σφιγγός (=θηλυκό [[τέρας]]), [[σφίγξις]].
|mantxt=Θέμα σφίγ + jω → [[σφίγγω]]. Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: [[σφιγκτήρ]] (=[[δεσμός]]), [[σφιγκτός]], [[σφίγκτωρ]], [[σφίγμα]], [[σφιγμός]], [[Σφίγξ]], Σφιγγός (=θηλυκό [[τέρας]]), [[σφίγξις]].
}}
{{elmes
|esmgtx=[[atar]], [[encadenar]] ref. a Hécate-Selene ἐπάκουσον ἐμῶν ἱερῶν ἐπαοιδῶν, ... σφιγγομένη κατὰ νῶτα παλαμναίοις ὑπὸ δεσμοῖς, νυκτιβόη <b class="b3">escucha mis sagrados cánticos, tú que estás encadenada por la espalda con terribles ligaduras, tú que gritas en la noche</b> P IV 2806
}}
}}