3,276,318
edits
m (Text replacement - "<span class="bibl">LXX" to "<span class="bibl">LXX") |
(CSV import) |
||
Line 39: | Line 39: | ||
{{mantoulidis | {{mantoulidis | ||
|mantxt=ἤ [[συρίττω]] (=[[παίζω]] αὐλό, σφυρίζω). Ἀπό τό [[σῦριγξ]] -ιγγος πού εἶναι ἠχοποίητη λέξη. Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: [[συρίγγιον]] (ὑποκορ.), [[σύριγμα]], [[συριγμός]], [[σύρισμα]], [[συρικτής]], [[συρικτήρ]], [[συριστής]], [[συριστική]] (ἐνν. [[τέχνη]]). | |mantxt=ἤ [[συρίττω]] (=[[παίζω]] αὐλό, σφυρίζω). Ἀπό τό [[σῦριγξ]] -ιγγος πού εἶναι ἠχοποίητη λέξη. Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: [[συρίγγιον]] (ὑποκορ.), [[σύριγμα]], [[συριγμός]], [[σύρισμα]], [[συρικτής]], [[συρικτήρ]], [[συριστής]], [[συριστική]] (ἐνν. [[τέχνη]]). | ||
}} | |||
{{elmes | |||
|esmgtx=[[silbar]] ιβʹ ἡμέρας συρίσας τρίς <b class="b3">silba durante doce días tres veces</b> P XIII 292 c. ac. int. ἔπειτα σύρισον μακρὸν συριγμόν, ἔπειτα πόπυσον λέγων <b class="b3">después da un gran silbido, luego, chasquea los labios diciendo</b> P IV 561 P IV 578 P XIII 88 P XIII 602 | |||
}} | }} |