Anonymous

δέχομαι: Difference between revisions

From LSJ
CSV import
m (Text replacement - "LXX<span" to "LXX <span")
(CSV import)
Line 60: Line 60:
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=Ἀπό ρίζα δεκ-.<br><b>Παράγωγα:</b> [[δέκτης]], [[δεκτικός]]., [[δεκτός]], [[δεκτήρ]], [[δέκτρια]], δεκτέον, [[παραδεκτέος]], [[δέκτωρ]], [[δεξιός]], δεξιοῦμαι, [[δεξαμενή]], [[δοχή]], [[ὑποδοχή]], [[διαδοχή]], [[δοκός]], [[δόκιμος]], ἡ [[δοκάνη]] (=[[θήκη]]), [[δοχεῖον]], [[δοχμή]] (=[[παλάμη]]), [[διάδοχος]], [[δωροδόκος]], [[δωροδοκία]], [[δωροδοκῶ]], [[εὐπρόσδεκτος]], [[ξενοδόχος]], [[ξενοδοχεῖον]], [[πάνδοκος]] ἤ [[πανδόκος]], [[πανδοκεύς]], [[πανδοκεῖον]], [[πανδοκεύω]], [[ἀπανδόκευτος]] (=[[χωρίς]] ξενοδοχεῖο), [[προσδοκάω]] -ῶ, [[προσδοκία]].
|mantxt=Ἀπό ρίζα δεκ-.<br><b>Παράγωγα:</b> [[δέκτης]], [[δεκτικός]]., [[δεκτός]], [[δεκτήρ]], [[δέκτρια]], δεκτέον, [[παραδεκτέος]], [[δέκτωρ]], [[δεξιός]], δεξιοῦμαι, [[δεξαμενή]], [[δοχή]], [[ὑποδοχή]], [[διαδοχή]], [[δοκός]], [[δόκιμος]], ἡ [[δοκάνη]] (=[[θήκη]]), [[δοχεῖον]], [[δοχμή]] (=[[παλάμη]]), [[διάδοχος]], [[δωροδόκος]], [[δωροδοκία]], [[δωροδοκῶ]], [[εὐπρόσδεκτος]], [[ξενοδόχος]], [[ξενοδοχεῖον]], [[πάνδοκος]] ἤ [[πανδόκος]], [[πανδοκεύς]], [[πανδοκεῖον]], [[πανδοκεύω]], [[ἀπανδόκευτος]] (=[[χωρίς]] ξενοδοχεῖο), [[προσδοκάω]] -ῶ, [[προσδοκία]].
}}
{{elmes
|esmgtx=[[tomar]], [[coger]] c. gen. de la mano al dios σὺ δὲ προσιὼν καὶ δεξάμενος τῆς χειρὸς καταφιλῶν λέγε τὸν αὐτὸν λόγον <b class="b3">tú acércate y tómale de la mano, bésasela y di la misma fórmula</b> P I 155
}}
}}