Anonymous

ὑλακτέω: Difference between revisions

From LSJ
CSV import
(CSV import)
(CSV import)
Line 33: Line 33:
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=-ῶ (=γαυγίζω). Εἶναι ἐκτεταμένος [[τύπος]] τοῦ [[ὑλάω]]. Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: [[ὕλαγμα]], [[ὑλαγμός]] (=γαύγισμα), [[ὑλακτητής]], [[ὑλακτικός]], [[ὑλάκτωρ]] (=[[ὄνομα]] θρησκευτικοῦ σκύλου στον Ὅμηρο).
|mantxt=-ῶ (=γαυγίζω). Εἶναι ἐκτεταμένος [[τύπος]] τοῦ [[ὑλάω]]. Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: [[ὕλαγμα]], [[ὑλαγμός]] (=γαύγισμα), [[ὑλακτητής]], [[ὑλακτικός]], [[ὑλάκτωρ]] (=[[ὄνομα]] θρησκευτικοῦ σκύλου στον Ὅμηρο).
}}
{{elmes
|esmgtx=[[aullar]] como señal ἐπίλεγε οὖν πάλιν τὸν λόγον, κἄν ὑλακτήσῃ, ἄγει <b class="b3">así pues, recita de nuevo la fórmula, y si aúlla, la trae</b> P IV 1905
}}
}}