3,271,499
edits
mNo edit summary |
m (Text replacement - " πᾱν" to " πᾶν") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=<b>(I)</b><br />και εισέ και σε και σ(') προ φωνήεντος ή τών πλαγίων πτώσεων του άρθρου (AM [[εἰς]] και [[ἐς]])<br /><b>πρόθ.</b> που δηλώνει: 1. [[μέσα]] («..χύνονται στη [[θάλασσα]]», «οἵ τ' εἰς [[ἅλαδε]] προρρέουσιν»)<br /><b>2.</b> [[κίνηση]] [[προς]], σε [[τόπο]] («πήγες εις το Μεσολόγγι», «εἰσέβαλε... ἐς Μίλητον»)<br /><b>3.</b> [[διεύθυνση]] («τον οδηγούσαν στον Αγαμέμνονα», «εἰς Ἀγαμέμνονα δῑον ἄγον», «ήρθα σε σάς», «εἰς ὑμᾱς εἰσῆλθον»)<br /><b>4.</b> [[στάση]] σε [[τόπο]] [[μετά]] από [[κίνηση]] («εκάθισε εις τον [[θρόνον]]», «ἐς θρόνους ἕζοντο»)<br /><b>5.</b> τερματισμό μιας καταστάσεως και είσοδο σε [[άλλη]] («έπεσε σε βαθύ ύπνο», «ὡς ἄν εἰς [[ὕπνον]] πέσῃ»)<br /><b>6.</b> [[στάση]] σε [[τόπο]] («μένει στο εξωτερικό», «εἰς Ἐκβάτανα ἀποθανεῖν)<br /><b>7.</b> τοπική [[έκταση]] («εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ [[φθόγγος]] σου»)<br /><b>8.</b> ενώπιον («ενεφανίσθη εις το [[δικαστήριον]]», «εἰπέ τε ἐς πάντας [[τάδε]]»)<br /><b>9.</b> τοπικό όριο<br />έως, [[μέχρι]] («ἐκ πάτου ἐς σκοπιήν»)<br /><b>10.</b> με αριθμητικό δηλώνει [[διανομή]] ή [[διαίρεση]] («ἐσχίσθη εἰς δύο», «προσάγει [[σκῆπτρον]] Βενιαμὶν εἰς φυλάς»)<br /><b>11.</b> [[αξία]] («δύο στο [[χιλιάρικο]]», «ἔλαβε εἰς τὰ δύο λεπτά θερμία»)<br /><b>12.</b> [[αναφορά]], [[σχέση]] με [[κάτι]] ή ως [[προς]] [[κάτι]] «[[άτυχος]] στον γάμο», «[[μακάριος]] πέφυκ' ἀνὴρ πλὴν ἐς θυγατέρας», «[[λέγω]] ἐς ἑαυτόν»)<br /><b>13.</b> εχθρική ή φιλική [[σχέση]] («[[άδικος]] σε μένα», «τὸν ἐξαμαρτόντ' ἐς θεούς», «[[φιλία]] ἐς ἀμφοτέρους»)<br /><b>14.</b> [[διάκριση]] ως [[προς]] [[κάτι]] («[[πρώτος]] στ' άρματα», «[[πρῶτος]] ἐς εὐψυχίαν»)<br /><b>15.</b> τρόπο («θα πληρώσεις εις [[χρήμα]], εις [[είδος]]», «εἰς μὲν οὖν χρήματα ὁ μὴ θέλων γαμεῖν ταῦτα ζημιούσθω»)<br /><b>16.</b> [[μεταβολή]] από μια [[κατάσταση]] σε [[άλλη]] («μεταμορφώθηκε σε διάβολο», «εις άγγελον φωτός μετασχηματίζεται», «ἤν [[μέντοι]] ἐκτρέφειν ἐᾷς τὴν γῆν διὰ τέλους τὸ [[σπέρμα]] εἰς καρπόν»)<br /><b>17.</b> με το [[ειμί]], [[γίγνομαι]] κ.λπ. για σχηματισμό κατηγορουμένου<br />(«προάγεται εις στρατηγόν», «προχειρίζεται εἰς ἐπίσκοπον», «καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς [[σάρκα]] μίαν)<br /><b>18.</b> σκοπό («[[προσάγω]] εις απόδειξιν...», «εις επίρρωσιν τούτων», «εἰπεῖν εἰς ἀγαθόν»)<br /><b>19.</b> (με τα επίθετα [[ικανός]], [[επιτήδειος]], [[ευπρεπής]] <b>κ.λπ.</b>) σε [[κάτι]] («[[ικανός]] στα αγωνίσματα», «[[ανθεκτικός]] στη [[θερμότητα]]», «ἐς τοῦτο ἐπιτηδεώτατος»)<br /><b>20.</b> σε [[ποιόν]] δίδεται ή χορηγείται [[κάτι]] («ἐλεημοσύνας ποιήσω εἰς τὸ [[ἔθνος]] μου»)<br /><b>21.</b> όρκους ή ευχές («εἰς τὸ [[ὄνομα]] τοῦ Θεοῦ»)<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[εναντίον]] («επετέθη στους εχθρούς», «μόνοι κατετολμήσατε ἐλθεῖν εἰς μυριάδας»)<br /><b>2.</b> [[διάρκεια]] («πάγεις εις την κόλασιν εις όσα και αν ζήσεις», «νὰ ζῇ εἰς χρόνους ἀμετρήτους», «εἰς ἔτη [[πολλά]]»)<br /><b>3.</b> [[αιτία]] («εις του κυρού την [[απονιά]] [[πολλά]] παραπονάται»)<br /><b>4.</b> [[κατάσταση]] («βρίσκεται σε [[μεγάλη]] [[κρίση]]»<br />«εἶσαι εἰς τοῦ ὅρκου τὴν στοργήν»)<br /><b>5.</b> [[αντικατάσταση]] («άλλαξα τις δραχμές σε λίρες»)<br /><b>6.</b> [[μέσο]], όργανο («παρηγοράτ' η Αρετή εις τα τση μίλει η Νένα»)<br /><b>7.</b> [[χώρος]] στον οποίο εκτείνεται [[κυριαρχία]] ή [[υπεροχή]] («να εξουσιάζει σε γη και ουρανό»)<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> ποιητικό [[αίτιο]] («τὸ ἔπαθα εἰς ἐσᾱς»)<br /><b>2.</b> [[συμφωνία]], σύμφωνα με («θέλει γίνειν ἡ [[ἀγάπη]] εἰς τὴν ὄρεξίν σου)<br /><b>3.</b> [[προσθήκη]] ([[μαζί]] με το «[[επάνω]]»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[χρονικό]] [[σημείο]] ή [[περίοδος]] [[κατά]] την οποία συμβαίνει [[κάτι]] («εἰς μὲν τὴν ὑστεραίαν οὐχ ἧκεν)<br /><b>2.</b> [[χρονικό]] όριο («εἰς ἠέλιον καταδύντα» — ώς το [[ηλιοβασίλεμα]])<br /><b>3.</b> [[μέτρο]] ή όριο [[χωρίς]] [[αναφορά]] σε [[τόπο]] ή χρόνο<br />έως, [[μέχρι]] («ἐς δραχμὴν Ἀττικήν ἑκάστῳ... διέδωκε» — ανά μία [[δραχμή]])<br /><b>5.</b> (<b>ως επίρρ.</b>) <b>φρ.</b><br />α) «ἐς τὸ | |mltxt=<b>(I)</b><br />και εισέ και σε και σ(') προ φωνήεντος ή τών πλαγίων πτώσεων του άρθρου (AM [[εἰς]] και [[ἐς]])<br /><b>πρόθ.</b> που δηλώνει: 1. [[μέσα]] («..χύνονται στη [[θάλασσα]]», «οἵ τ' εἰς [[ἅλαδε]] προρρέουσιν»)<br /><b>2.</b> [[κίνηση]] [[προς]], σε [[τόπο]] («πήγες εις το Μεσολόγγι», «εἰσέβαλε... ἐς Μίλητον»)<br /><b>3.</b> [[διεύθυνση]] («τον οδηγούσαν στον Αγαμέμνονα», «εἰς Ἀγαμέμνονα δῑον ἄγον», «ήρθα σε σάς», «εἰς ὑμᾱς εἰσῆλθον»)<br /><b>4.</b> [[στάση]] σε [[τόπο]] [[μετά]] από [[κίνηση]] («εκάθισε εις τον [[θρόνον]]», «ἐς θρόνους ἕζοντο»)<br /><b>5.</b> τερματισμό μιας καταστάσεως και είσοδο σε [[άλλη]] («έπεσε σε βαθύ ύπνο», «ὡς ἄν εἰς [[ὕπνον]] πέσῃ»)<br /><b>6.</b> [[στάση]] σε [[τόπο]] («μένει στο εξωτερικό», «εἰς Ἐκβάτανα ἀποθανεῖν)<br /><b>7.</b> τοπική [[έκταση]] («εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ [[φθόγγος]] σου»)<br /><b>8.</b> ενώπιον («ενεφανίσθη εις το [[δικαστήριον]]», «εἰπέ τε ἐς πάντας [[τάδε]]»)<br /><b>9.</b> τοπικό όριο<br />έως, [[μέχρι]] («ἐκ πάτου ἐς σκοπιήν»)<br /><b>10.</b> με αριθμητικό δηλώνει [[διανομή]] ή [[διαίρεση]] («ἐσχίσθη εἰς δύο», «προσάγει [[σκῆπτρον]] Βενιαμὶν εἰς φυλάς»)<br /><b>11.</b> [[αξία]] («δύο στο [[χιλιάρικο]]», «ἔλαβε εἰς τὰ δύο λεπτά θερμία»)<br /><b>12.</b> [[αναφορά]], [[σχέση]] με [[κάτι]] ή ως [[προς]] [[κάτι]] «[[άτυχος]] στον γάμο», «[[μακάριος]] πέφυκ' ἀνὴρ πλὴν ἐς θυγατέρας», «[[λέγω]] ἐς ἑαυτόν»)<br /><b>13.</b> εχθρική ή φιλική [[σχέση]] («[[άδικος]] σε μένα», «τὸν ἐξαμαρτόντ' ἐς θεούς», «[[φιλία]] ἐς ἀμφοτέρους»)<br /><b>14.</b> [[διάκριση]] ως [[προς]] [[κάτι]] («[[πρώτος]] στ' άρματα», «[[πρῶτος]] ἐς εὐψυχίαν»)<br /><b>15.</b> τρόπο («θα πληρώσεις εις [[χρήμα]], εις [[είδος]]», «εἰς μὲν οὖν χρήματα ὁ μὴ θέλων γαμεῖν ταῦτα ζημιούσθω»)<br /><b>16.</b> [[μεταβολή]] από μια [[κατάσταση]] σε [[άλλη]] («μεταμορφώθηκε σε διάβολο», «εις άγγελον φωτός μετασχηματίζεται», «ἤν [[μέντοι]] ἐκτρέφειν ἐᾷς τὴν γῆν διὰ τέλους τὸ [[σπέρμα]] εἰς καρπόν»)<br /><b>17.</b> με το [[ειμί]], [[γίγνομαι]] κ.λπ. για σχηματισμό κατηγορουμένου<br />(«προάγεται εις στρατηγόν», «προχειρίζεται εἰς ἐπίσκοπον», «καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς [[σάρκα]] μίαν)<br /><b>18.</b> σκοπό («[[προσάγω]] εις απόδειξιν...», «εις επίρρωσιν τούτων», «εἰπεῖν εἰς ἀγαθόν»)<br /><b>19.</b> (με τα επίθετα [[ικανός]], [[επιτήδειος]], [[ευπρεπής]] <b>κ.λπ.</b>) σε [[κάτι]] («[[ικανός]] στα αγωνίσματα», «[[ανθεκτικός]] στη [[θερμότητα]]», «ἐς τοῦτο ἐπιτηδεώτατος»)<br /><b>20.</b> σε [[ποιόν]] δίδεται ή χορηγείται [[κάτι]] («ἐλεημοσύνας ποιήσω εἰς τὸ [[ἔθνος]] μου»)<br /><b>21.</b> όρκους ή ευχές («εἰς τὸ [[ὄνομα]] τοῦ Θεοῦ»)<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[εναντίον]] («επετέθη στους εχθρούς», «μόνοι κατετολμήσατε ἐλθεῖν εἰς μυριάδας»)<br /><b>2.</b> [[διάρκεια]] («πάγεις εις την κόλασιν εις όσα και αν ζήσεις», «νὰ ζῇ εἰς χρόνους ἀμετρήτους», «εἰς ἔτη [[πολλά]]»)<br /><b>3.</b> [[αιτία]] («εις του κυρού την [[απονιά]] [[πολλά]] παραπονάται»)<br /><b>4.</b> [[κατάσταση]] («βρίσκεται σε [[μεγάλη]] [[κρίση]]»<br />«εἶσαι εἰς τοῦ ὅρκου τὴν στοργήν»)<br /><b>5.</b> [[αντικατάσταση]] («άλλαξα τις δραχμές σε λίρες»)<br /><b>6.</b> [[μέσο]], όργανο («παρηγοράτ' η Αρετή εις τα τση μίλει η Νένα»)<br /><b>7.</b> [[χώρος]] στον οποίο εκτείνεται [[κυριαρχία]] ή [[υπεροχή]] («να εξουσιάζει σε γη και ουρανό»)<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> ποιητικό [[αίτιο]] («τὸ ἔπαθα εἰς ἐσᾱς»)<br /><b>2.</b> [[συμφωνία]], σύμφωνα με («θέλει γίνειν ἡ [[ἀγάπη]] εἰς τὴν ὄρεξίν σου)<br /><b>3.</b> [[προσθήκη]] ([[μαζί]] με το «[[επάνω]]»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[χρονικό]] [[σημείο]] ή [[περίοδος]] [[κατά]] την οποία συμβαίνει [[κάτι]] («εἰς μὲν τὴν ὑστεραίαν οὐχ ἧκεν)<br /><b>2.</b> [[χρονικό]] όριο («εἰς ἠέλιον καταδύντα» — ώς το [[ηλιοβασίλεμα]])<br /><b>3.</b> [[μέτρο]] ή όριο [[χωρίς]] [[αναφορά]] σε [[τόπο]] ή χρόνο<br />έως, [[μέχρι]] («ἐς δραχμὴν Ἀττικήν ἑκάστῳ... διέδωκε» — ανά μία [[δραχμή]])<br /><b>5.</b> (<b>ως επίρρ.</b>) <b>φρ.</b><br />α) «ἐς τὸ πᾶν» — [[πάντως]]<br />β) «ἐς κοινόν» — κοινώς<br />γ) «ἐς [[τάχος]]» — [[ταχέως]]<br />δ) «εἰς τὸ πρᾶγμα [[εἰμί]]» — [[συντελώ]] σε μια [[υπόθεση]]<br />ε) «ἐς [[αὐτίκα]] [[μάλα]]» — [[αμέσως]]<br />στ) «εἰς ὅτε» — μέχρις ότου<br />ζ) «εἰς [[ὁπότε]]» — [[μέχρι]] ποιό χρόνο ακριβώς<br />η) «εἰς τί» — [[πότε]]<br />θ) «ἐς ὅ» — μέχρις ότου<br />ι) «ἐς οὗ» — μέχρις ότου<br />ια) «ἐς [[τόδε]]» — ώς [[τώρα]]<br />ιβ) «ἐς τὰ [[μάλιστα]]» — στον [[μέγιστο]] βαθμό<br />ιγ) «ἐς [[πλῆθος]]» — πολλοί<br />ιδ) «εἰς [[ἅλις]]» — αρκετά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Τα <i>εις</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>ενς</i>) προ φωνήεντος και <i>ες</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>ενς</i>) προ συμφώνου [[είναι]] νεώτεροι σχηματισμοί της Ελληνικής, εν αντιθέσει [[προς]] τα <i>εν</i> και <b>(επικ.)</b> <i>ενι</i> που [[είναι]] αρχικοί τύποι (<span style="color: red;"><</span> IE<i>en</i>). Και οι δυο τ. <i>εις</i> και <i>ες</i> απαντούν στον Όμηρο και στους [[Ίωνες]] και τραγικούς ποιητές, το <i>ες</i> στις ιωνικές επιγραφές, στον Ηρόδοτο και στον Θουκυδίδη, ενώ το <i>εις</i> στις αττικές επιγραφές από τον 4ο αι. Ο [[αρχικός]] τ. <i>ενς</i> μαρτυρείται στο Άργος και στην [[Κρήτη]]. Ενώ το <i>εν</i> συνάπτεται τόσο με [[δοτική]] τοπική όσο και με [[αιτιατική]], το <i>εις</i> συντάσσεται αποκλειστικά με [[αιτιατική]] και από την Κοινή βαθμιαία αντικαθιστά στη [[χρήση]] το <i>εν</i>. Στην Κοινή Νέα Ελληνική έχει υποχωρήσει και υποκατασταθεί από το <i>σε</i>. Στη [[σύνθεση]] ως α' συνθετικό [[είναι]] λιγότερο εύχρηστο από το <i>εν</i> στην Αρχαία, αλλ' εν τούτοις απαντά σε αρκετά μεγάλο αριθμό συνθέτων<br />[[πρβλ]]. [[εισάγω]], [[εισακούω]], [[εισβάλλω]], [[εισδύω]] κ.ά.<br /><b>αρχ.</b><br />[[εισαγγέλλω]], [[εισαείρομαι]], [[εισαίρω]], [[εισακοντίζω]], [[εισαλείφω]], [[εισαναγκάζω]], [[είσειμι]], [[εισελαύνω]] κ.ά.].<br /><b>(II)</b><br />εἷς, μία, ἕv (AM)<br />[[ένας]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[ένας]]]. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |