Anonymous

ἐγχειρίζω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "fut. attic" to "fut. Attic"
(CSV import)
m (Text replacement - "fut. attic" to "fut. Attic")
Line 32: Line 32:
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=fut. [[attic]] -ῐῶ perf. -κεχείρικα<br /><b class="num">I.</b> to put [[into]] one's hands, [[entrust]], τί or τινά τινι Hdt., Thuc., etc.: —Pass., ἐγχειρίζεσθαί τι to be entrusted with a [[thing]], Luc.<br /><b class="num">II.</b> Mid. to [[take]] in [[hand]], [[encounter]], κινδύνους Thuc.
|mdlsjtxt=fut. [[Attic]] -ῐῶ perf. -κεχείρικα<br /><b class="num">I.</b> to put [[into]] one's hands, [[entrust]], τί or τινά τινι Hdt., Thuc., etc.: —Pass., ἐγχειρίζεσθαί τι to be entrusted with a [[thing]], Luc.<br /><b class="num">II.</b> Mid. to [[take]] in [[hand]], [[encounter]], κινδύνους Thuc.
}}
}}
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=(=[[βάζω]] κάτι στό χέρι [[ἄλλου]], παραδίνω). Παρασύνθετο κατευθείαν ἀπό τήν πρόθεση [[ἐν]] + χειρί ἤ [[χερσί]] μέ κατάληξη -ίζω.<br><b>Παράγωγα:</b> [[ἐγχειρία]], [[ἐγχείρισις]], [[ἐγχειριστής]], ἐγχειρισμός, [[ἐγχειριστέον]], ἐγχειρίδιον (=μαχαίρι).
|mantxt=(=[[βάζω]] κάτι στό χέρι [[ἄλλου]], παραδίνω). Παρασύνθετο κατευθείαν ἀπό τήν πρόθεση [[ἐν]] + χειρί ἤ [[χερσί]] μέ κατάληξη -ίζω.<br><b>Παράγωγα:</b> [[ἐγχειρία]], [[ἐγχείρισις]], [[ἐγχειριστής]], ἐγχειρισμός, [[ἐγχειριστέον]], ἐγχειρίδιον (=μαχαίρι).
}}
}}