Anonymous

ἀνιμάω: Difference between revisions

From LSJ
m
pape replacement
(CSV import)
m (pape replacement)
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=(ἀνῐμάω) <b class="num">1</b> [[elevar]], [[subir]], [[ἀλλήλους]] τοῖς δόρασι X.<i>An</i>.4.2.8, τὸ σῶμα X.<i>Eq</i>.7.2, agua ἀπὸ τροχηλιᾶς Thphr.<i>HP</i> 4.3.5, κάδον Sor.71.26<br /><b class="num">•</b>en v. pas. ἀνιμήθη διὰ καλῳδίων App.<i>Mith</i>.32, cf. Antig.<i>Mir</i>.157, D.L.1.116<br /><b class="num">•</b>fig. τὴν διάνοιαν Iambl.<i>Protr</i>.21 (p.105.)<br /><b class="num">•</b>en v. pas. de las almas ἵνα ... ἀνιμηθῶσιν ὑπὸ τοῦ λόγου Origenes <i>Cels</i>.6.44 (p.115.6)<br /><b class="num">•</b>tb. en v. med., de un elefante ἀνιμᾶται τῇ προβολῇ φόρτον μέγαν Aret.<i>SD</i> 2.13.6, de Dafnis ὁ μὲν δὴ τὸν ἀνιμησόμενον ... δακρύων ἀνέμενεν esperaba llorando ... que alguien viniera a sacarlo de allí (de un foso)</i>, Longus 1.12, κηπωροῦ κύων εἰς φρέαρ ἔπεσεν· ὁ δὲ ἀνιμήσασθαι αὐτὸν βουλόμενος [[ἐκεῖ]] κατέβη Aesop.122.1, cf. Plu.2.773d, Luc.<i>Alex</i>.14, <i>VH</i> 2.42, <i>Pisc</i>.50, Ach.Tat.<i>Intr.Arat</i>.4.<br /><b class="num">2</b> en v. med. [[producir evaporación]] el sol ἀνιμᾶσθαι [[γάρ]] φασιν οἱ φυσικοί τὸν ἥλιον τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ Chrysipp.<i>Stoic</i>.1.35, cf. 2.197, <i>Gp</i>.1.13.1, el aire τὰ γὰρ πνεύματα ... συστρεφόμενα ἐν τῇ θαλάσσῃ ἀνιμᾶται τὸ ὕδωρ Sch.Arat.785M.<br /><b class="num">3</b> ἀνιμᾶται· πιπίζει (quizá por πιπίσκει) Hsch.
|dgtxt=(ἀνῐμάω) <b class="num">1</b> [[elevar]], [[subir]], [[ἀλλήλους]] τοῖς δόρασι X.<i>An</i>.4.2.8, τὸ σῶμα X.<i>Eq</i>.7.2, agua ἀπὸ τροχηλιᾶς Thphr.<i>HP</i> 4.3.5, κάδον Sor.71.26<br /><b class="num">•</b>en v. pas. ἀνιμήθη διὰ καλῳδίων App.<i>Mith</i>.32, cf. Antig.<i>Mir</i>.157, D.L.1.116<br /><b class="num">•</b>fig. τὴν διάνοιαν Iambl.<i>Protr</i>.21 (p.105.)<br /><b class="num">•</b>en v. pas. de las almas ἵνα ... ἀνιμηθῶσιν ὑπὸ τοῦ λόγου Origenes <i>Cels</i>.6.44 (p.115.6)<br /><b class="num">•</b>tb. en v. med., de un elefante ἀνιμᾶται τῇ προβολῇ φόρτον μέγαν Aret.<i>SD</i> 2.13.6, de Dafnis ὁ μὲν δὴ τὸν ἀνιμησόμενον ... δακρύων ἀνέμενεν esperaba llorando ... que alguien viniera a sacarlo de allí (de un foso)</i>, Longus 1.12, κηπωροῦ κύων εἰς φρέαρ ἔπεσεν· ὁ δὲ ἀνιμήσασθαι αὐτὸν βουλόμενος [[ἐκεῖ]] κατέβη Aesop.122.1, cf. Plu.2.773d, Luc.<i>Alex</i>.14, <i>VH</i> 2.42, <i>Pisc</i>.50, Ach.Tat.<i>Intr.Arat</i>.4.<br /><b class="num">2</b> en v. med. [[producir evaporación]] el sol ἀνιμᾶσθαι [[γάρ]] φασιν οἱ φυσικοί τὸν ἥλιον τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ Chrysipp.<i>Stoic</i>.1.35, cf. 2.197, <i>Gp</i>.1.13.1, el aire τὰ γὰρ πνεύματα ... συστρεφόμενα ἐν τῇ θαλάσσῃ ἀνιμᾶται τὸ ὕδωρ Sch.Arat.785M.<br /><b class="num">3</b> ἀνιμᾶται· πιπίζει (quizá por πιπίσκει) Hsch.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
Line 30: Line 30:
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=-ῶ (=[[ἀνασύρω]], ἀντλῶ νερό μέ δερμάτινα λουριά). Ἀπό τό ἀνά + [[ἱμάω]] (=ἀντλῶ νερό), πού παράγεται ἀπό τό [[ἱμάς]] (=λουρί). Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: [[ἀνίμησις]] (=ἀνέλκυσις).
|mantxt=-ῶ (=[[ἀνασύρω]], ἀντλῶ νερό μέ δερμάτινα λουριά). Ἀπό τό ἀνά + [[ἱμάω]] (=ἀντλῶ νερό), πού παράγεται ἀπό τό [[ἱμάς]] (=λουρί). Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: [[ἀνίμησις]] (=ἀνέλκυσις).
}}
{{pape
|ptext=(mit [[Riemen]]) <i>[[hinauf]], in die [[Höhe]] [[ziehen]], VLL</i> ἀνέλκειν, bes. aus einem [[Brunnen]]; ἀνίμων ἀλλήλους τοῖς δόρασι Xen. <i>An</i>. 4.2.8. – Med., [[dasselbe]], ἀνιμᾶται τὸ ὠόν Luc. <i>Alex</i>. 14; bes. fut. und aor.
}}
}}