3,276,932
edits
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
m (pape replacement) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[νυγματώδης]], -ῶδες (Α) [[νύγμα]]<br /><b>1.</b> αυτός που μοιάζει με [[νύγμα]] («ἡ τῆς καρδίας [[πήδησις]] πυκνὴ καὶ [[νυγματώδης]]», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> αυτός που προκαλεί νυγμό, που κεντά, που τσιμπά ή αυτός που εκδηλώνεται με [[τσίμπημα]], με κέντρισμα («[[νυγματώδης]] [[πόνος]]»). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>νυγματωδῶς</i> (Α)<br />με νυγματώδη τρόπο, με νυγμούς, με τσιμπήματα. | |mltxt=[[νυγματώδης]], -ῶδες (Α) [[νύγμα]]<br /><b>1.</b> αυτός που μοιάζει με [[νύγμα]] («ἡ τῆς καρδίας [[πήδησις]] πυκνὴ καὶ [[νυγματώδης]]», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>2.</b> αυτός που προκαλεί νυγμό, που κεντά, που τσιμπά ή αυτός που εκδηλώνεται με [[τσίμπημα]], με κέντρισμα («[[νυγματώδης]] [[πόνος]]»). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>νυγματωδῶς</i> (Α)<br />με νυγματώδη τρόπο, με νυγμούς, με τσιμπήματα. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=ες, <i>[[stichartig]], [[stechend]]</i>, Medic. | |||
}} | }} |