Anonymous

λατρεύω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+)(\))" to "$1$2$3"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([a-zA-ZÀ-ÿŒœ ]+);" to "$1 ;")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+)(\))" to "$1$3")
Line 41: Line 41:
}}
}}
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=(=ὑπηρετῶ, [[λατρεύω]] [[τούς]] θεούς). Ἀπό τό [[λάτρις]] -ιος (=[[μισθωτός]] [[ἐργάτης]]) πού παράγεται ἀπό τό [[λάτρον]] (=[[μισθός]]) ἀπό ρίζα λαϝ-.<br><b>Παράγωγα:</b> [[λατρεία]] (=δουλειά), [[λατρεύς]] (=[[ὑπηρέτης]]), [[λάτρευμα]] (=[[ὑπηρεσία]]), [[λατρευτέον]], [[λατρευτής]], [[λατρευτικός]], [[λατρευτός]].
|mantxt=(=ὑπηρετῶ, [[λατρεύω]] [[τούς]] θεούς). Ἀπό τό [[λάτρις]] -ιος (=[[μισθωτός]] [[ἐργάτης]]) πού παράγεται ἀπό τό [[λάτρον]] (=[[μισθός]]) ἀπό ρίζα λαϝ-.<br><b>Παράγωγα:</b> [[λατρεία]] (=[[δουλειά]]), [[λατρεύς]] (=[[ὑπηρέτης]]), [[λάτρευμα]] (=[[ὑπηρεσία]]), [[λατρευτέον]], [[λατρευτής]], [[λατρευτικός]], [[λατρευτός]].
}}
}}
{{ntsuppl
{{ntsuppl
|ntstxt=rendre un [[culte]] à ; [[adorer]]
|ntstxt=rendre un [[culte]] à ; [[adorer]]
}}
}}