3,271,364
edits
m (Text replacement - "<b class="num">(\d+)\)" to "<b class="num">$1") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
|||
Line 50: | Line 50: | ||
}} | }} | ||
{{mantoulidis | {{mantoulidis | ||
|mantxt=τό (=[[δέρμα]], πετσί, τομάρι). Καί [[κύτος]] (=[[δέρμα]]). Ἀπό ρίζα σκυ-, ἴδια μέ τοῦ [[σκεῦος]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[σκυτάριον]] (ὑποκορ.), [[σκυτεύω]] (=εἶμαι τσαγγάρης), [[σκυτεύς]], [[σκυτεία]], [[σκυτεῖον]] (=ὑποδηματοποιεῖον), [[σκύτευσις]], [[σκυτικός]], [[σκύτινος]] (=[[δερμάτινος]]), [[σκυτοτόμος]] (=τσαγγάρης), [[σκυτοτομία]], σκυτοτομῶ, [[σκυτοτομεῖον]], [[σκυτόω]] (=πετσώνω), [[σκυτώδης]]. | |mantxt=τό (=[[δέρμα]], πετσί, τομάρι). Καί [[κύτος]] (=[[δέρμα]]). Ἀπό ρίζα σκυ-, ἴδια μέ τοῦ [[σκεῦος]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[σκυτάριον]] (ὑποκορ.), [[σκυτεύω]] (=εἶμαι τσαγγάρης), [[σκυτεύς]], [[σκυτεία]], [[σκυτεῖον]] (=[[ὑποδηματοποιεῖον]]), [[σκύτευσις]], [[σκυτικός]], [[σκύτινος]] (=[[δερμάτινος]]), [[σκυτοτόμος]] (=[[τσαγγάρης]]), [[σκυτοτομία]], σκυτοτομῶ, [[σκυτοτομεῖον]], [[σκυτόω]] (=[[πετσώνω]]), [[σκυτώδης]]. | ||
}} | }} | ||
{{elmes | {{elmes |