Anonymous

τείνω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+), (\w+)(\))" to "$1$2, $3$4"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+)(\))" to "$1$3")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+), (\w+)(\))" to "$1, $4")
Line 41: Line 41:
}}
}}
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=(=τεντώνω, ἁπλώνω). Ἀπό ρίζα ταν- ἤ τεν-. Θέματα: α) τεν+j+ω → τέννω → τένω → [[τείνω]], β) τανκαί τα ([[ταναός]], [[τέτακα]], [[ἐτάθην]]) καί γ) μέ ἑτεροίωση τον ([[τόνος]]). Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: [[ταινία]], [[ταινιόω]] -ῶ (=[[στεφανώνω]]), [[ταναός]] (=μακρύς, ψηλός), [[τανύω]], [[τατικός]] ([[ἐντατικός]]), [[τατός]], [[ἐκτατός]], [[ἐντατός]], (ἀνέν, ἀνεπέκ, ἀνεπί, ἀσύν, δυσέν)τατος, [[τάσις]], ([[ἐν]], [[ἐπί]], ἐκ, [[πρό]], ὑπό) τασις, [[ἐκτάδην]], [[ἐκταδόν]], [[ἐκτατέον]], [[συντατέον]], [[τεταμένως]], [[τέτανος]], [[τένων]] -οντος (=νεῦρο τοῦ σώματος), [[ἀτενής]], ἀτενῶς, [[ἐκτενής]], τετανόςή-όν (=[[τεντωμένος]]), [[τόνος]], [[βαρύτονος]], [[ἔντονος]], [[ὀξύτονος]], [[σύντονος]], [[τονόω]] -ῶ (=[[δυναμώνω]]), [[τόνωσις]], [[τονωτικός]], [[τονικός]], [[χειρότονος]], χειροτονῶ.
|mantxt=(=[[τεντώνω]], [[ἁπλώνω]]). Ἀπό ρίζα ταν- ἤ τεν-. Θέματα: α) τεν+j+ω → τέννω → τένω → [[τείνω]], β) τανκαί τα ([[ταναός]], [[τέτακα]], [[ἐτάθην]]) καί γ) μέ ἑτεροίωση τον ([[τόνος]]). Παράγωγα ἀπό ἴδια ρίζα: [[ταινία]], [[ταινιόω]] -ῶ (=[[στεφανώνω]]), [[ταναός]] (=[[μακρύς]], [[ψηλός]]), [[τανύω]], [[τατικός]] ([[ἐντατικός]]), [[τατός]], [[ἐκτατός]], [[ἐντατός]], (ἀνέν, ἀνεπέκ, ἀνεπί, ἀσύν, δυσέν)τατος, [[τάσις]], ([[ἐν]], [[ἐπί]], ἐκ, [[πρό]], ὑπό) τασις, [[ἐκτάδην]], [[ἐκταδόν]], [[ἐκτατέον]], [[συντατέον]], [[τεταμένως]], [[τέτανος]], [[τένων]] -οντος (=νεῦρο τοῦ σώματος), [[ἀτενής]], ἀτενῶς, [[ἐκτενής]], τετανόςή-όν (=[[τεντωμένος]]), [[τόνος]], [[βαρύτονος]], [[ἔντονος]], [[ὀξύτονος]], [[σύντονος]], [[τονόω]] -ῶ (=[[δυναμώνω]]), [[τόνωσις]], [[τονωτικός]], [[τονικός]], [[χειρότονος]], χειροτονῶ.
}}
}}