Anonymous

τέρσομαι: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+), (\w+)(\))" to "$1$2, $3$4"
(CSV import)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+), (\w+)(\))" to "$1, $4")
Line 29: Line 29:
}}
}}
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=(=ξεραίνομαι, στεγνώνω). Ἀπό ρίζα τερσ- ἤ τρασ-, ἀπό ὅπου καί τά παράγωγα: [[ταρσός]], [[τερσιά]] = [[τρασιά]] (=καλάθι ὅπου ξεραίνουν τά σύκα).
|mantxt=(=[[ξεραίνομαι]], [[στεγνώνω]]). Ἀπό ρίζα τερσ- ἤ τρασ-, ἀπό ὅπου καί τά παράγωγα: [[ταρσός]], [[τερσιά]] = [[τρασιά]] (=καλάθι ὅπου ξεραίνουν τά σύκα).
}}
}}