Anonymous

δανείζω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+), " to "$1$2, "
m (Text replacement - "(Moy.<\/b><\/i> )(.*?μαι) " to "$1 ")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+), " to "$1, ")
Line 44: Line 44:
}}
}}
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=(=[[δίνω]] χρήματα μέ τόκο). Ἀπό ρίζα δα- (συνεσταλμένου τύπου τοῦ do=[[δίνω]]) ἤ Ἀπό ρίζα δα- τοῦ [[δαίω]] (=[[μοιράζω]]). Τό [[ρῆμα]] ἀπό τό ποιητ.τό [[δάνος]] (=δῶρο, [[χρέος]]) μέ [[θέμα]] δανεσ + ίζω → δανεσ-ιδ-j-ω → [[δανείζω]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[δάνειον]], [[δάνεισμα]], [[δανεισμός]], [[δανειστής]], [[δανειστέον]], [[δανειστικός]].
|mantxt=(=[[δίνω]] χρήματα μέ τόκο). Ἀπό ρίζα δα- (συνεσταλμένου τύπου τοῦ do=[[δίνω]]) ἤ Ἀπό ρίζα δα- τοῦ [[δαίω]] (=[[μοιράζω]]). Τό [[ρῆμα]] ἀπό τό ποιητ.τό [[δάνος]] (=[[δῶρο]], [[χρέος]]) μέ [[θέμα]] δανεσ + ίζω → δανεσ-ιδ-j-ω → [[δανείζω]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[δάνειον]], [[δάνεισμα]], [[δανεισμός]], [[δανειστής]], [[δανειστέον]], [[δανειστικός]].
}}
}}